Τα όρια του κράτους και των πολιτικών, του Παντελή Κυπριανού

Share Button

*Γράφει ο Παντελής Κυπριανός

Μπορεί να παρεμβαίνει το κράτος και μέχρι πού; Κλασικό ερώτημα από συστάσεως των κρατών-εθνών, που πήρε διαστάσεις τις τελευταίες δεκαετίες με την κρίση του κράτους-πρόνοιας, την ανάδυση και την κατίσχυση του νεοφιλελευθερισμού. Οι λόγοι των αρχηγών των κομμάτων στην τελευταία έκθεση της Θεσσαλονίκης είναι μία ευκαιρία να ξαναθέσουμε το ερώτημα.

Τρεις αντιλήψεις-ιδεολογίες καθόρισαν εν πολλοίς τις στάσεις απέναντι στο κράτος. Η πρώτη, η φιλελεύθερη, στέκεται εχθρικά στον κρατικό παρεμβατισμό, επιδιώκει να περιορίσει την κρατική ισχύ μέσω του ελέγχου από αντίρροπες εξουσίες, όπως η νομοθετική, η δικαστική ή «ανεξάρτητες αρχές». Ακόμη πιο αρνητική στο κράτος και στην εξουσία είναι, αρχικά τουλάχιστον, η ριζοσπαστική ιδεολογία και οι μαρξιστές, οι οποίοι θεωρούν το κράτος μηχανισμό επιβολής των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Ετσι, στην αταξική κοινωνία το κράτος νεκρώνεται.

Στον αντίποδα των δύο πρώτων ιδεολογιών είναι η συντηρητική. Στα πρώτα της βήματα πριμοδοτεί θεσμούς, όπως η παράδοση και η οικογένεια. Με τον χρόνο, όμως, το κράτος θεωρείται, ιδιαίτερα στην Ακροδεξιά, ο βασικός βραχίονας αποκάθαρσης της κοινωνίας από οτιδήποτε βλαβερό, από την ηθική τάξη μέχρι τους «ξένους» που μολύνουν το έθνος και τις παραδόσεις του.

Οι διαμάχες αυτές αμβλύνθηκαν δραστικά μετά την ηγεμονία της σοσιαλδημοκρατίας, από τη δεκαετία του 1930 ώς αυτήν του 1970. Το «κράτος-πρόνοιας», με οδηγό το σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο, μπήκε σε όλους τους τομείς, μετατράπηκε στον εργοδότη του ενός τετάρτου των εργαζομένων στις περισσότερες δυτικές χώρες και λειτούργησε ως μηχανισμός αναδιανομής και εξισορρόπησης των κοινωνικών ανισοτήτων. Η συνδυασμένη κριτική κυρίως από δεξιά (σε ζητήματα κυρίως αξιών), η οικονομική κρίση του 1973 και η κριτική για την προνομιακή θέση ορισμένων κρατικοδίαιτων ομάδων (η κριτική περί νεοκορπορατισμού) αποδυνάμωσαν το μοντέλο.

Το υποκατέστησαν δύο νέες ιδεολογίες, που έχουν κοινά αλλά δεν είναι ταυτόσημες: η τεχνοκρατική και η νεοφιλελεύθερη. Βασική αρχή της πρώτης, οι ρίζες της ανέρχονται στον 19ο αιώνα, είναι ότι η λήψη των αποφάσεων προϋποθέτει τεχνογνωσία. Οι πολιτικοί-αιρετοί που δεν τη διαθέτουν δεν είναι σε θέση να αποφασίζουν για τους άλλους. Τυπική έκφραση της αντίληψης, που έχει μπολιάσει τις σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες, είναι οι λεγόμενες επιτροπές «σοφών» που γνωμοδοτούν, ουσιαστικά αποφασίζουν, για «τεχνικά» ζητήματα. Η αντίληψη αυτή δεν στρέφεται ενάντια στο κράτος, αλλά του αφαιρεί μέρος της ισχύος του καθώς εστιάζει σε δύο κομβικά ζητήματα: ποιος παίρνει τις αποφάσεις; Ουσιαστικά ποιος κυβερνά;

Πολύ πιο ρηξικέλευθος σε επίπεδο λόγου είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Αρχή του είναι ότι οι κοινωνίες συντίθεται από άτομα, απολύτως ελεύθερα να ελέγχουν το προϊόν της εργασίας τους ή την κληρονομημένη ιδιοκτησία τους, χωρίς το κράτος να έχει «δικαιώματα» ελέγχου-αναδιανομής της. Το κράτος στέκεται εμπόδιο στη δημιουργική τους διαδρομή. Αιτούμενο συνεπώς είναι η ακύρωση με κάθε τρόπο κάθε τι κρατικού (ή δημόσιου που εκλαμβάνεται ως ταυτόσημο).

Μέχρι πού, όμως, φτάνει η απόσυρση του κράτους; Οι φιλελεύθεροι έκαναν λόγο για ελάχιστο κράτος. Οι νεοφιλελεύθεροι; Εδώ εντοπίζονται τα όρια της εν λόγω ιδεολογίας. Μία κοινωνία δεν είναι άτομα χωρίς δεσμούς μεταξύ τους και χωρίς συλλογικότητες. Οι νεοφιλελεύθεροι το γνωρίζουν καλά. Η απόσυρση του κράτους επέτρεψε τη γιγάντωση εταιρειών που λειτουργούν ως οιονεί κοινωνίες και μικροκράτη. Ενδεικτικά, το ενεργητικό κεφάλαιο εταιρειών, όπως η Αpple, φτάνει το ΑΕΠ «μεσαίων» χωρών όπως η Ισπανία. Από την άλλη πλευρά, ο νεοφιλελευθερισμός, χωρίς να ταυτίζεται με αυτά, προέρχεται ή συνδέθηκε με συντηρητικά κινήματα, «τη νέα δεξιά», που δίνουν έμφαση σε παραδοσιακούς δεσμούς και αξίες του τύπου ασφάλεια, πατρίς, θρησκεία, οικογένεια.

Ετσι, μπορούμε να κατανοήσουμε τον διπλό λόγο των νεοφιλελεύθερων. Αντικρατικός στην οικονομία, βαθιά συντηρητικός, νεοσυντηρητικός σύμφωνα με τον Γιούργκεν Χαμπερμάς, στο κοινωνικό πεδίο. Υπέρ του ατόμου στην οικονομία αλλά υπέρ αρχών, όπως η παράδοση και η τάξη στην κοινωνία, χωρίς την ανάλογη ευαισθησία για τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ενάντια στο κράτος στην οικονομία, αλλά υπέρ του κράτους-θεματοφύλακα των αξιών, όπως ακριβώς οι συντηρητικοί στο παρελθόν. Εδώ έγκειται και μία μεγάλη διαφορά των νεοφιλελεύθερων από τους φιλελεύθερους που είχαν ενιαίο λόγο για όλα τα ζητήματα.

Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να ξεφύγουν από αγκυλώσεις του παρελθόντος για να κατανοήσουν τα όρια τους κράτους. Θα πρόσθετα ότι, μέσα από νέες συμβολαιακού τύπου αντιλήψεις, οφείλουν να επινοήσουν μορφές δράσης που προάγουν τη δημοκρατία και συντελούν στην ευημερία των πολλών.

* καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών

  **Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην “Εφημερίδα των Συντακτών” την Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *