Γράφει η Αγγελική Χίσσα
Έχουν περάσει 25-30 χρόνια από εκείνη τη διαφωνία μας στα πλαίσια του μαθήματος της « Έκφρασης- Έκθεσης». Με αφορμή ένα κείμενο από τον ημερήσιο τύπο, κάναμε λόγο για τα θεμέλια του πολιτισμού και τις «σταθερές» της κοινωνίας και της ανθρώπινης ζωής. Η κατευθυντήρια γραμμή της πραγμάτευσης – που αρνιόσουν να δεχτείς – ήταν ότι η σχέση μας με αυτά τα θεμέλια έχει διαρραγεί εξαιτίας της κακώς νοούμενης προόδου, κάτι που θέτει σε κίνδυνο το μέλλον της ανθρωπότητας. Το ερώτημα ήταν: «Πώς βλέπετε το μέλλον?»
«Το βλέπουμε ευοίωνο» είχες πει. Είχες αναφερθεί , θυμάμαι, στους ισχυρούς δεσμούς με τον τόπο, την οικογένεια και… τους έρωτές σας, είχες περιγράψει μια ζωή με «γερές βάσεις» και είχες επιμείνει ότι «θεωρητικά, μοιάζουν σωστά όσα λέμε, αλλά μάλλον πρόκειται για κινδυνολογίες». Αναγκάστηκα να αναδιπλωθώ κάπως, να επισημάνω ότι δεν ήταν δικές μου απόψεις, αλλά «θέσεις» για προβληματισμό – και ενδεχομένως για αντιπαράθεση – και να ζητήσω να μου επιτρέψετε να παίξω ρόλο… δικηγόρου του διαβόλου. Η ρεαλιστική επισήμανση συμμαθήτριάς σου ότι «στο μέλλον όλα είναι πιθανά» δεν εξομάλυνε το τεταμένο κλίμα.
Ακολούθησε πολύ ζωηρή συζήτηση, από αυτές για τις οποίες ένας εκπαιδευτικός αισθάνεται υπερήφανος! Είχες, ασφαλώς το δίκιο σου∙ η νεανική ψυχή θέλει να αισθάνεται ασφαλής μέσα στον μικρόκοσμό της και αντιπαθεί την καταστροφολογία. Τότε, εξάλλου, δεν είχαμε ακόμα οδηγηθεί στην περιφρόνηση αυτών των θεμελίων και στη σημερινή… απομάγευση του κόσμου, που συνεπάγεται κίνδυνο για την – σταδιακή αρχικά, ολική στη συνέχεια – έκλειψη του μέλλοντος. Οι μεγαλύτεροι, βεβαίως, με βάση τα χαρακτηριστικά του τότε παρόντος, ακούγαμε ήδη τους τριγμούς, δεν διείδαμε όμως τη ραγδαιότητα του ρυθμού της έλευσης αυτής της πολυεπίπεδης κρίσης, ούτε όλες τις εκφάνσεις της.
Οι παράγοντες πάντως που θα συνιστούσαν την προστασία του ανθρώπινου γένους από την απουσία προοπτικών και εν τέλει από έναν… αργό θάνατο, συμπίπτουν ακριβώς με αυτά τα θεμέλια που έχουν κλονιστεί, περί ων ο λόγος. Ανάμεσα στα σημαντικότερα από αυτά – όχι βεβαίως τα μοναδικά – είναι η επαφή μας με τη φύση, η εγγύτητά μας με την ιστορική μνήμη και την παράδοση, η ιδέα του ξεχωριστού πεπρωμένου της ιδιαίτερης κοινότητας στην οποία ανήκουμε (του έθνους λόγου χάρη).
Ένα από τα ισχυρά θεμέλια της ατομικής και κοινωνικής ζωής, που αποτελεί και βασικό συντελεστή της υλικής ευημερίας, υπήρξε από καταβολής κόσμου η ιρορροπημένη σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Η σχέση αυτή δεν υφίσταται απλώς σοβαρές αλλοιώσεις, αλλά έχει διαταραχθεί ανεπανόρθωτα. Και το πρόβλημα δε συνίσταται μόνο στην απώλεια της άμεσης αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με τη χλωρίδα, την πανίδα και την καθαρή ατμόσφαιρα, ούτε στην οριστική παρέλευση της ομαλής διαδοχής των εποχών ως φυσικού κυκλου, ούτε καν στη λεγόμενη κλιματική αλλαγή, που και γι’ αυτά άλλωστε ευθυνόμαστε.
Το χειρότερο είναι η απώλεια του μέτρου στην εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος λόγω της επικράτησης του «οικονομικού ορθολογισμού» και του τεχνοκρατικού χαρακτήρα της ανάπτυξης της τεχνολογίας και της επιστήμης. Αυτή η εξέλιξη σε συνδυασμό με τη διόγκωση του υλικού ευδαιμονισμού οδήγησε σε μια κουλτούρα που κυριαρχείται από τον ατομικισμό, το σχετικισμό και την εργαλειακή σκέψη. Τα άτομα επομένως, απομονωμένα και σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, καθηλώνονται σε μια εμπειρία που περιορίζεται στο παρόν ή το εγγύς μέλλον, τα οποία υπερεκτιμούν, με αποτέλεσμα να δεσμεύονται σε έναν στενό χρονικό ορίζοντα χωρίς μακροπρόθεσμα – και πάντως όχι συλλογικά – σχέδια.
Από την άλλη, δεδομένου ότι πάντοτε το παρελθόν είχε τη δύναμη να φωτίζει το μέλλον, η ιστορική γνώση και η επαφή με τις εθνικές παραδόσεις οδηγούσαν στη συλλογική αυτογνωσία και πράξη. Μια ασθενής μνήμη συνεπάγεται μειωμένη όραση, περιορισμένους ορίζοντες και επομένως αδυναμία διαφύλαξης των… κεκτημένων και υποβάθμιση της έννοιας της πατρίδας. Η ιστορική λήθη και η απομάκρυνση από την παράδοση δημιουργεί πολίτες απαθείς που παύουν να είναι πρωταγωνιστές της μοίρας τους. Καθώς μάλιστα στερούνται πολιτικής αντίληψης, αφήνουν ελεύθερο το πεδίο στην ανεξέλεγκτη δράση της οποιασδήποτε εξουσίας, τοπικής ή ευρύτερης.
Ίσως όμως η πιο σοβαρή αλλοίωση που «αποκλείει» τη θέαση ενός κοινού μέλλοντος είναι η δυσκολία των ανθρώπων να ταυτιστούν με το πολιτικό τους σύνολο ως κοινότητα. Ο κατακερματισμός μάλιστα της κοινωνίας σε άτομα προσηλωμένα στον εαυτό τους και τον μικρόκοσμό τους, δεν επιτρέπει συλλογικές επιλογές ούτε μακρόπνοες προοπτικές. Ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν εδώ είναι ασφαλώς η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, η διαρκής κινητικότητα ατόμων και ροών όλων των ειδών σε συνδυασμό με το φιλελεύθερο ατομικισμό. Όλα αυτά , ενώ στην αρχή φάνταζαν… γοητευτικά, τείνουν να καταστρέψουν την έννοια του έθνους ως ιδιαίτερης κοινότητας πολιτών που ενδιαφέρονται για το κοινό τους καλό και το ιδιαίτερο πεπρωμένο τους.
Συνισταμένη των παραπάνω είναι η ανικανότητα για τη συλλογική προβολή στο μέλλον, η αδυναμία δηλαδή να οραματιστούμε – έστω να φανταστούμε – ένα κοινό μέλλον επιθυμητό και ελκυστικό. Θα μπορούσε κανείς αναφερόμενος σ’ αυτούς τους συντελεστές να τονίσει επίσης το ρόλο της συρρίκνωσης της εθνικής γλώσσας, της σχέσης μας με το Θείο, των επαγγελιών της «ιδέας της προόδου». Αν σε όσα μας απασχόλησαν προστεθεί και ο καλπασμός της Τεχνητής Νοημοσύνης, που απελευθερώνει τεράστιες δυνατότητες αλλά ταυτόχρονα συνεπάγεται μεγάλους κινδύνους, η δυσπιστία σε οτιδήποτε «σταθερό» και η αναξιοπιστία του μέλλοντος ως ορίζοντα προδοκίας αυξάνονται.
Είναι όμως αυτονόητο ότι δε γίνεται να ασχοληθούμε εδώ με όλες τις παραμέτρους του θέματος. Ας ευχηθούμε τουλάχιστον να μην καταρρεύσουν όλοι οι συντελεστές της νοηματοδότησης του κόσμου.
[*Σε συνάντησα περί τα τέλη Αυγούστου στο λιμάνι, πενηντάρη πια, με την ωραία σου οικογένεια. Συνταξιδέψαμε για Κέρκυρα και είχαμε το χρόνο να ξαναγνωριστούμε. Η εξέλιξή σου με εξέπληξε πολύ ευχάριστα και ανταλλάξαμε διευθύνσεις. Μεταξύ άλλων μου είπες ότι η τότε έντονη διαφωνία με «τη νέα σου δασκάλα» ήταν λιγάκι σκόπιμη, ένας τρόπος να προκαλέσεις… Αυτό εδώ το κείμενο, πριν δημοσιευτεί, έχει σταλεί σε σένα, μαζί με την αγάπη μου!]
Η κα Αγγελική Χίσσα είναι φιλόλογος
**Καλωσορίζουμε την κα Χίσσα στον Θεσπρωτικό Παλμό. Η κα Χίσσα αρθρογραφεί επί σειρά ετών σε τοπικές εφημερίδες με την στήλη της “Εξ αφορμής”.
Υ.Γ. Παροτρύνουμε και άλλους συμπολίτες μας να συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο για θέματα του ενδιαφέροντος τους.




