Γράφει ο π.Ηλίας Μάκος
Ξεκίνησαν κιόλας, από τις πρώτες ημέρες του νέου έτους, οι εκδηλώσεις, δικτυακές, προς το παρόν, λόγω κορωνοϊού, για το επετειακό έτος 2021, χρόνος εορτασμού των διακοσίων ετών από την Επανάσταση του 1821.
Με αντιλήψεις, που βλέπουν το 1821 και τους πρωταγωνιστές του με μαύρα ματογυάλια και παραμορφωτικούς φακούς και εκφράζουν το πνεύμα του τυφλωμένου γραικυλισμού και του εθνομηδενισμού, έχουμε φτάσει, αλίμονό μας, στο σημείο, οι νέοι, που διδάσκονται ελάχιστα και συγκεχυμένα πράγματα ιστορίας στο σχολείο, να ερωτώνται σε τηλεοπτικά ρεπορτάζ τι ήταν ο Κολοκοτρώνης και να απαντούν “μάλλον ποδοσφαιριστής…” ή “δεν ξέρω…” ή “νέγρος (αντί για γέρος) του Μοριά”!!!
Χρειαζόμαστε το άκαμπτο εθνικό και θρησκευτικό φρόνημα, που καμία απειλή και καμία καταδυνάστευση δεν μπόρεσε να σβήσει, γιατί διατηρεί τη ζωτικότητα του Γένους και τη συνοχή του λαού.
Σαφώς και έχει προβλήματα η Ελλάδα, γι’ αυτό σ’ αυτή την κρίσιμη καμπή δεν είναι ψευδαίσθηση, δεν είναι ουτοπία, δεν είναι αντιρεαλισμός, είναι χρέος να κρατήσουμε με καύχηση την Ελληνική ταυτότητά μας, όπως την παραλάβαμε, που αποτελεί εγγύηση της αξίας μας, αλλά και της δυνατότητάς μας να συμπορευτούμε προς τα εμπρός…
Τα πιστοποιητικά ηρωισμού των αγωνιστών της ελευθερίας μας, θεμελίωσαν τα αναφαίρετα δίκαιά μας, που είναι η πυξίδα μας για το σήμερα και το αύριο…
Η “κουλτούρα” στην Ελλάδα αεροβατεί ή εθελοτυφλεί ή αρνείται να αντικρίσει την πραγματική διάσταση της Επανάστασης του 1821.
Και θέλει να βάλει στην “Προκρούστεια κλίνη” την ελληνική ιστορία και να μας πείσει, μεταξύ άλλων, ότι η Επανάσταση του 1821, και δεν ήταν εθνικό κίνημα, αλλά αντίδραση των λαού κατά των κοτσαμπάσηδων, δηλαδή της άρχουσας τάξης, και ότι η Εκκλησία ήταν με το μέρος των Τούρκων ή οι άνθρωποί της απολάμβαναν τιμές και δόξες, ενώ ο λαός υπέφερε.
Ως προς τον εθνικό χαρακτήρα της Επανάστασης του 1821, η οποία εκδηλώθηκε την ώρα, που άλλα κράτη, ισχυρότερα από την Ελλάδα, ζούσαν υπνωτισμένα και υποταγμένα κάτω από το ξίφος της ημισσελήνου, είναι σαφή, σαφέστατα τα πράγματα.
Θα πολεμούσαν δίπλα στους Έλληνες γόνοι αριστοκρατικών οικογενειών της Ευρώπης, όπως ο Λόδρος Βύρων, ο Φαβιέριος, ο Μάγιερ, που δεν είχαν καμία σχέση με το προλεταριάτο, αν δεν έβλεπαν ότι σκοπός ήταν η αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού;
Οι Υψηλάντηδες, δεν ήταν Πρίγκηπες; Οι μπέηδες της Μάνης δεν ήταν άρχοντες και προεστοί; Οι νέοι του Ιερού Λόχου, που έχυσαν το αίμα τους στο Δραγατσάνι, δεν ήταν σπουδαστές;
Δεν φτάνουν οι μαρτυρίες των αγωνιστών του 1821 και των πρωταιτίων της εθνικής παλιγγενεσίας, οι οποίοι σε όλους τους τόνους διακήρυξαν καθαρά ότι πολέμησαν “υπέρ πίστεως και πατρίδος”;
Αλλά υπάρχουν και οι μαρτυρίες Τούρκων ιστορικών, οι οποίοι εκφράζουν τη λύπη τους, που δεν κατόρθωσαν να μας μυήσουν “στα… ωραία μουσουλμανικά ήθη και έθιμα”.
Ο Τζεβέντ πασάς στην “Ιστορία της Τουρκίας…” ( τόμ.11ος, σελ. 61) γράφει: “…Στις καρδιές των Ελλήνων έμενε ο πόθος προς επανάκτηση της ανεξαρτησίας και κρατικής εξουσίας”.
Εξάλλου ο Μώραλης Μελίκ Μπέης αναφέρει ( Μοσχόπουλου, ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, σελ. 167):
“…Το λαό υποκίνησαν οι προεστώτες (κοτζαμπάσηδες), οι έμποροι, οι πρόκριτοι και κυρίως οι Μητροπολίτες και γενικώς οι ανήκοντες στον κλήρο…”.
Και όσοι αμφιβάλλουν για την προσφορά του Ορθόδοξου κλήρου ένα να ξέρουν: Στα 400 χρόνια της σκλαβιάς, αν το ελληνικό και το τουρκικό στοιχείο έμειναν άμικτα, οφείλεται στην Εκκλησία.
Δεν ήταν μόνο, που μια ολόκληρη σειρά από κληρικούς, πατριάρχες, ιεράρχες, ιερείς έπεσαν θύματα της τουρκικής αυθαιρεσίας και κτηνωδίας.
Η Εκκλησία κράτησε γερά στην αγκαλιά της τα παιδιά της, τόνωσε μέσα τους τη δύναμη της πίστης, τα δίδαξε πως γεννήθηκαν Χριστιανοί και Έλληνες και έτσι πρέπει να πεθάνουν, βάσταξε στους ώμους της τις τύχες του λαού, έθρεψε τις γενιές των Ελλήνων με τα νάματα της παράδοσης, έσωσε την ελληνική γλώσσα με τη διδασκαλία της στους νάρθηκες των Εκκλησιών και στους κρυψώνες τους, όπου στεγαζόταν το Κρυφό Σχολειό και κυοφόρησε στα σπλάγχνα της το γενικό ξεσηκωμό.
Ήταν αληθινός κυματοθραύστης στην απόπειρα των Τούρκων να αλλαξοπιστήσουν τους Έλληνες.
Από τη στιγμή, που κάποιος θα ασπαζόταν τον Μωαμεθανισμό, χανόταν ταυτόχρονα και για τον Ελληνισμό.
Γι’ αυτό ο εξισλαμισμός ήταν στη συνείδηση του Έλληνα ένα πελώριο έγκλημα προδοσίας και της πίστης και της πατρίδας. Το πλήθος των νεομαρτύρων αποτελεί μια επιβεβαίωση αυτού, γραμμένη μάλιστα με αίμα.
Η απομόνωση περιστατικών με κηλίδες από μερικούς κληρικούς, που δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και υπήρξαν κατώτεροι των περιστάσεων, σε καμία περίπτωση δεν μαυρίζουν την αντικειμενική κρίση, δεν σχετικοποιούν και δεν σκιάζουν τις λαμπρές σελίδες της Εκκλησίας.
Η μονόπλευρη προβολή των ανθρώπινων αδυναμιών, απλά προδίδει τις προθέσεις και τα κίνητρα όσων επιχειρούν να κρίνουν 400 χρόνια σκλαβιάς από ολιγάριθμα παραδείγματα.
Στους κρίσιμους καιρούς μας, όπου έχει σκοτεινιάσει η ζωή μας από τόσους ίσκιους, και μέσα στους κλυδωνισμούς της κοινωνίας, όπου χτυπιούνται ακόμη και οι ασάλευτες πνευματικές αξίες μας και ο ανεμοστρόβιλος της πανδημίας δοκιμάζει τους πιο συνεκτικούς κοινωνικούς θεσμούς, κάτω από τους κλειστούς ουρανούς με τη θολούρα και τη σύγχυση, τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 κάνουν τις κοιμισμένες συνειδήσεις να ξυπνήσουν και να διεκδικήσουν τη λευτεριά της ψυχής.