Μυρτώ Λύκα: Η επιστροφή στο χωριό και η δημιουργία της μονάδας

Share Button

murtoΔυναμική, αποφασιστική, μαχητική, εμφανίσιμη. Η εικόνα και η συμπεριφορά της 25χρονης Μυρτώς Λύκα δεν θυμίζει σε τίποτε το στερεότυπο της ελληνίδας αγρότισσας. Άλλωστε στα αρχικά της σχέδια ήταν να κόψει οριστικά τον ομφάλιο λώρο με τη γη και τα ζώα. Με καταγωγή από κτηνοτροφική οικογένεια, είχε βιώσει από μικρή ηλικία τις δυσκολίες της ενασχόλησης με την πρωτογενή παραγωγή και είχε αφήσει έξω από τα όνειρά της την επιστροφή στα πάτρια εδάφη. Λίγο οι σπουδές στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, λίγο το πέρασμα από το αεροδρόμιο Μακεδονίας όπου έκανε την πρακτική της στην αίθουσα VIP, η νεαρή από το Μαργαρίτι Θεσπρωτίας βάδιζε σε άλλους δρόμους μέχρι που η οικονομική ύφεση διέκοψε την ανέλιξή της.

Έτσι, το 2012, έπειτα από ώριμη σκέψη, αποφασίζει να επιστρέψει, από τη Θεσσαλονίκη όπου ζούσε, στο χωριό της και να αναλάβει όχι μόνο το τιμόνι της οικογενειακής κτηνοτροφικής μονάδας – 250 πρόβατα τότε – αλλά και του Συλλόγου Κτηνοτρόφων Θεσπρωτίας στον οποίο συμμετέχουν 250 κτηνοτρόφοι.

Έχοντας ήδη ως πρώτη «μαγιά» το οικογενειακό κτηνοτροφικό κεφάλαιο, έκανε ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή της, με σκληρή προσωπική εργασία αλλά και με την αρωγή των δικών της ανθρώπων. Με πολλά όνειρα και σχέδια για τη δημιουργία μιας πρότυπης μονάδας, το 2014 εντάχθηκε στο πρόγραμμα νέων αγροτών προκειμένου να λάβει την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και να βελτιώσει τη φάρμα.

Δεν επαναπαύθηκε όμως στα κοινοτικά κονδύλια. Έβαλε στόχους και με σταθερά βήματα προσπαθεί να τους υλοποιήσει. Έτσι, σήμερα το αρχικό ζωικό κεφάλαιο των 250 ζώων έφτασε τα 1.200 αιγοπρόβατα. «Είναι πολύ δύσκολο για ένα άτομο μόνο του, αλλά εγώ έχω την οικογένειά μου, τους γονείς μου, τον αδελφό μου και τον παππού μου. Δεν έχω υπαλλήλους, αλλά ψάχνω γιατί σύντομα θα χρειαστώ. Το πιο σκληρό στη δουλειά του κτηνοτρόφου είναι οι πολλές ώρες δουλειάς. Υπάρχουν μέρες που πρέπει να πάω στο στάβλο στις τρεις τα χαράματα. Βλέπεις, τα ζώα δεν κλείνουν… ραντεβού για να γεννήσουν. Ούτε αργίες υπάρχουν. Πρέπει κάθε μέρα να φάνε. Είτε να βοσκήσουν όταν ο καιρός είναι καλός, είτε να τα ταΐσουμε τους μήνες που είναι σταβλισμένα» λέει η κυρία Λύκα μιλώντας στο «Βήμα».

Με πολλά σχέδια για το μέλλον, η νεαρή κτηνοτρόφος είναι ανοιχτή σε καινοτόμες προτάσεις. Έτσι αποδέχθηκε την πρόσκληση της Greenpeace, η οποία στο πλαίσιο μιας εκστρατείας ενάντια στους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, αναζήτησε συμμάχους στον αγροτικό κόσμο. «Αρχικά πήγα στην Αθήνα για να ενη- μερωθώ. Η σόγια που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι αγρότες είναι εισαγόμενη και σε μεγάλο ποσοστό «μεταλλαγμένη». Αν αύριο φύγει η Ελλάδα από την ΕΕ, η τιμή της εισαγόμενης σόγιας θα φτάσει στα ύψη. Έτσι, πρέπει να παράγουμε τις δικές μας ζωοτροφές, οι οποίες θα είναι καλύτερης ποιότητας, απαλλαγμένες από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και σαφώς φθηνότερες από εκείνες που αγοράζουμε. Προσέχουμε για να έχουμε ζωοτροφές» λέει χαρακτηριστικά η κυρία Λύκα.

Μάλιστα, όπως αναφέρει η ίδια, θα φυτέψει ψυχανθή (λούπινο μπιζέλι και κουκί), τα οποία μπαίνουν τον Σεπτέμβριο και θερίζονται την άνοιξη, προτού ξεκινήσει η περίοδος για το καλαμπόκι, «δηλαδή μια νεκρή περίοδος για τα χωράφια μας». Παράλληλα, τα ψυχανθή λιπαίνουν το έδαφος με φυσικό τρόπο, οπότε απαιτούνται λιγότερα ή καθόλου λιπάσματα για την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. «Θα σπείρω για την Greenpeace και αν πάω καλά θα μπούνε και άλλοι. Ήδη συνεργάζομαι με έναν έμπορο, ο οποίος θα μου φτιάξει το σιτηρέσιο των ζώων με βάση τις ζωοτροφές που πρόκειται να παράξω, οπότε όταν θα θερίσω τη δική μου ζωοτροφή, θα γνωρίζω ήδη τι θρεπτική αξία έχει. Θα φανεί από τις αναλύσεις και μετά την παραγωγή γάλακτος που θα έχουμε. H Greenpeace βοηθάει στην ενημέρωση και δίνει γεωπονικές συμβουλές. Αν χρειαστεί θα στείλει και τους γεωπόνους της. Θέλουμε να βγάλουμε ένα ποιοτικό προϊόν ώστε να αποφύγουμε τη σόγια που συνήθως είναι «μεταλλαγμένη»» επισημαίνει η κτηνοτρόφος.

Παράλληλα, η κυρία Λύκα σχεδιάζει να μπει στη μεταποίηση. Για να υλοποιήσει με επιτυχία το πλάνο της, σπουδάζει τυροκομία προκειμένου να δημιουργήσει ένα τυροκομείο για να παράγει φέτα και κατσικίσιο τυρί – ίσως αργότερα και κίτρινα τυριά, γιαούρτι, παγωτό και κρέμα, προϊόντα που αρχικά θα διατίθενται στην τοπική αγορά. «Στο πολύ μακρινό μέλλον ονειρεύομαι και εξαγωγές, κυρίως για τα τυριά, τα οποία δεν είναι ευπαθή. Προσπαθούμε να φτιάξουμε και έναν συνεταιρισμό για να βγούμε στην αγορά. Στη Θεσπρωτία έχει 17 τυροκομεία, ψάχνουμε να νοικιάσουμε ένα, να το δουλέψουμε σωστά, ώστε να μπούμε κατευθείαν σε πώληση προϊόντος και όχι γάλακτος. Να δώσουμε προστιθέμενη αξία στο προϊόν που παράγουμε» υπογραμμίζει η ίδια.

Τροχοπέδη στην προσπάθεια αποτελεί μόνο το κακό όνομα που ιστορικά έχουν… κερδίσει οι συνεταιρισμοί τα τελευταία χρόνια. «Όλοι οι κτηνοτρόφοι ψάχνουν μια διέξοδο. Είναι δύσκολο όμως να μας εμπιστευθούν. Επιπλέον, βάσει του νέου νόμου για τους συνεταιρισμούς, πρέπει να βρούμε πολλά άτομα που να ενδιαφέ- ρονται. Αν επιτρεπόταν συνεταιρισμός με λιγότερα θα τον είχαμε ήδη ξεκινήσει γιατί είμαστε ήδη δέκα κτηνοτρόφοι. Από την άλλη, αν δημιουργήσουμε ομάδα παραγωγών, δεν μας εξασφαλίζει την υλοποίηση όσων έχουμε στο μυαλό μας» επισημαίνει. Μιλά ακόμη για το στρεβλό σύστημα των επιλέξιμων βοσκοτόπων, καθώς και για τα προβλήματα των νέων αγρο- τών. «Οι νέοι που ενταχθήκαμε στο τελευταίο πρόγραμμα το 2014 πήραμε όλοι δικαιώματα. Όχι αυτά που έπρεπε, αλλά πήραμε.

Οι αδικημένοι της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) είναι εκείνοι που εντάχθηκαν το 2009 γιατί πήραν τότε δικαιώματα από το απόθεμα της προηγούμενης ΚΑΠ, ότι είχε περισσέψει. Και αυτό τους μπλό- καρε στο να πάρουν νέα δικαιώματα. Κάποια στιγμή που κατεβήκαμε στον ΟΠΕΚΕΠΕ μας είπαν ότι θα πάρουν δικαιώματα από το 2017. Οι μεγαλύ- τεροι σε ηλικία κτηνοτρόφοι με τη νέα ΚΑΠ έχασαν ένα μικρό ποσοστό των επιδοτήσεων, περίπου 10% με 15%» αναφέρει η κυρία Λύκα, η οποία ως πρόεδρος του Συλλόγου Κτηνοτρόφων Θεσπρωτίας παλεύει για τα δικαιώματα των 250 μελών του. «Εφέτος με τη νέα ΚΑΠ είναι πολλά τα θέματα που πρέπει να διευθετηθούν από τον σύλλογο. Παράλληλα, παρα- μένει άλυτο το πρόβλημα του υψηλού κόστους παραγωγής. Η τιμή όλων των εφοδίων αυξάνεται, αλλά το γάλα έχει την ίδια τιμή από το 1990. Τότε είχε 300 δραχμές το πρόβειο και τώρα η τιμή παραγωγού κυμαίνεται από 90 λεπτά ως και ένα ευρώ. Το κατσικίσιο έχει 55 με 58 λεπτά, το αγελαδινό έχει 30 με 35 λεπτά» τονίζει η κτηνοτρόφος από τη Θεσπρωτία, επισημαίνοντας ότι θα παλέψει σκληρά για εκείνη και τους υπόλοιπους κτηνοτρόφους του συλλόγου.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ SKYWALKER 

Πηγή: agrotes.eu

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *