Αφιέρωμα: Βαρβαρικές επιδρομές στην Ήπειρο από τον 4ο μέχρι τον 6ο αιώνα – Γότθοι, Βάνδαλοι και Γέτες

Share Button
Με τις επιδρομές των βαρβαρικών λαών στην Ήπειρο κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος-6ος αι.) θα ασχοληθούμε σήμερα. Όπως γράφει ο Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου, διαπρεπής Βυζαντινολόγος Ευάγγελος Κ. Χρυσός οι συστηματικές έρευνες για τη συγκεκριμένη εποχή στην Ήπειρο ξεκίνησαν μόλις στο β’ μισό του 20ου αιώνα. Θα ξεκινήσουμε με τη διοικητική οργάνωση της Ηπείρου στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που συνεχίστηκε και κατά τους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου.

Παλαιά και Νέα Ήπειρος

Σύμφωνα με τον Laterculus Veronensis, έναν κατάλογο των επαρχιών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα, η Ήπειρος ήταν οργανωμένη σε δύο επαρχίες: την Παλαιά (Epirus Vetus) και τη Νέα (Epirus Nova). Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς έγινε αυτή η διαίρεση. Πιθανότερο φαίνεται ότι έγινε σταδιακά και ολοκληρώθηκε στα χρόνια του Διοκλητιανού (284-305) που έκανε και άλλες μεταρρυθμίσεις και του Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-337). Σε επιγραφή που βρέθηκε στην περιοχή της Αχρίδας γίνεται αναφορά στον γιο του Μ. Κωνσταντίνου και διάδοχό του Κωνστάντιο όταν αυτός ακόμα ήταν Καίσαρ. Στην ίδια επιγραφή αναφέρεται και το όνομα του πρώτου γνωστού Διοικητή της Νέας Ηπείρου: Fl. Hyginus praeses provinciae Epiri Novae.

Τα όρια της Επαρχίας της Παλαιάς Ηπείρου είναι γνωστά. Η επαρχία περιελάμβανε την περιοχή από τις εκβολές του Αχελώου (στο Ιόνιο Πέλαγος, απέναντι από το νησί Οξειά των Εχινάδων, στο νότιο τμήμα του σημερινού νομού Αιτωλοακαρνανίας) ως τα Κεραύνια Όρη (Όρη Χειμάρρας).

ath

Ανατολικά τα όρια με την Επαρχία Θεσσαλίας βρίσκονταν περίπου στην κορυφογραμμή της Πίνδου, ενώ δυτικά η Παλαιά Ήπειρος περιλάμβανε και τα νησιά Κέρκυρα, Ιθάκη και Λευκάδα. Πρωτεύουσα της Επαρχίας της Παλαιάς Ηπείρου ήταν η Νικόπολη που είχε ιδρυθεί από τον Οκταβιανό Αύγουστο μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.). Άλλες σημαντικές πόλεις της ήταν η Δωδώνη, η Εύροια (στη δυτική όχθη του ποταμού Αχέροντα), η Αδριανούπολη (μετέπειτα Ιουστινιανούπολη), η Φοινίκη, ο Αγχιασμός(οι σημερινοί Άγιοι Σαράντα, ο Βουθρωτός, η Φωτική (στη σημερινή Παραμυθιά) και η Κέρκυρα.

Τα όρια της Νέας Ηπείρου είναι ασαφή. Νότια συνόρευε με την Παλαιά Ήπειρο. Νοτιότερη πόλη της ήταν η Αυλώνα. Ανατολικά συνόρευε με την Επαρχία της Μακεδονίας από την οποία και αποσπάστηκε και βόρεια με την Επαρχία Πραιβαλίδας που έφτανε ως την πόλη Λισσό (τη σημερινή Λέζα της Αλβανίας). Πρωτεύουσα της Επαρχίας ήταν το Δυρράχιο, η αρχαία κορινθιακή αποικία Επίδαμνος όπου βρισκόταν και η έδρα του Διοικητή, που είχε το αξίωμα του ηγεμόνος-praeses και αργότερα το αξίωμα του κονσιλαρίου.

Άλλες σημαντικές πόλεις της Νέας Ηπείρου ήταν η Σκάμπ(ι)α, η Απολλωνία, η Β(ο)υλλίς, η Αμαντία, η Πουλχεριόπολις, η Αυλώνα, η Λυχνιδός (Αχρίδα), το Σκέπτον και το Άλιστρον. Η ασάφεια στην οποία αναφερθήκαμε στην αρχή σχετίζεται με τα ακριβή όρια της Επαρχίας Νέας Ηπείρου με εκείνα της Μακεδονίας.

Φαίνεται ότι τα όρια της επαρχίας της Νέας Ηπείρου δεν ανταποκρίνονταν αναγκαστικά στα εθνολογικά όρια της εποχής εκείνης. Όμως το μεγαλύτερο τμήμα της γεωγραφικής έκτασης της Επαρχίας θεωρείτο στα πρωτοβυζαντινά χρόνια ως Ηπειρωτικό και όχι ως Ιλλυρικό. Μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευθεί η κατηγορηματική περιγραφή του σπουδαίου ιστορικού Προκόπιου ότι: «… του κόλπου εκτός (δηλαδή στην ανατολική ακτή του Ιονίου Πελάγους) πρώτοι μεν Έλληνες εισίν, Ηπειρώτες καλούμενοι, άχρι (μέχρι) Επιδάμνου πόλεως ήπερ επιθαλασσία οικείται).

1280px-Invasions_of_the_Roman_Empire_1

Την ίδια εθνολογική διάκριση είχε κάνει πριν 500 χρόνια ο Στράβων σε σχέση με τη διπλή αφετηρία της Εγνατίας Οδού και την Απολλωνία. Για την εθνολογική σύνθεση της περιοχής ισχύον όσα γράφει ο Nicholas Hammond ότι «ο πληθυσμός της Ν. Ηπείρου ήταν κατά ένα μέρος Ιλλυριοί και κατά το άλλο Έλληνες, ότι οι Ιλλυριοί ήσαν ίσως πολυπληθέστεροι, ήσαν όμως πολιτιστικά Έλληνες και αισθάνονταν ως Έλληνες ή Ελληνορωμαίοι ενώ αντίθετα ο πληθυσμός της Ιλλυρίας βορείως της Νέας Ηπείρου αισθανόταν Ιλλυρικός ή Ιλλυρικορωμαϊκός και είχε υιοθετήσει τη Λατινική».

Βαρβαρικές επιδρομές στην Ήπειρο (380-550 μ.Χ.)

Από τα λίγα στοιχεία που διαθέτουμε φαίνεται ότι η διοικητική, οικονομική και μορφωτική κατάσταση που επικρατούσε στην Ήπειρο τον 4ο μ.Χ. αιώνα συνέθεταν την εικόνα μιας μάλλον ευημερούσας επαρχίας. Ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του Κλαύδιου Μαμερτίνου που την 1η Ιανουαρίου 362 μ.Χ. ανέλαβε το επώνυμο αξίωμά του Υπάτου. Ως τότε ήταν Ύπαρχος του Ιλλυρικού. Στον πανηγυρικό λόγο που εκφώνησε κατά την ανάληψη των νέων καθηκόντων του, τόνισε τη δύσκολη κατάσταση όπου βρίσκονταν οι επαρχίες της ανατολικής ακτής της Αδριατικής μέχρι το 361 οπότε ανέβηκε στον θρόνο ο αυτοκράτορας Ιουλιανός (που επονομάστηκε Παραβάτης καθώς προσπάθησε να επαναφέρει την αρχαία θρησκεία).

Ο Ιουλιανός πήρε μια σειρά από μέτρα που ανακούφισαν τους κατοίκους της Ηπείρου, ιδιαίτερα στον τομέα της φορολογίας. Φαίνεται ότι στη σύντομη βασιλεία του (361-363) ο φιλόσοφος και συγγραφέας αυτοκράτορας Ιουλιανός που σκοτώθηκε πολεμώντας τους Πέρσες, εξαρτούσε την πολιτική του από τα θρησκευτικά «πιστεύω» των διαφόρων πόλεων όπως γράφει ο R. Browning. Έτσι, η Κύζικος που διατηρούσε την εθνική παράδοση ευνοήθηκε σημαντικά, ενώ άλλες πόλεις όπως η Καισάρεια της Καππαδοκίας που είχαν προσχωρήσει στον Χριστιανισμό έχασαν σημαντικά προνόμια.

40592182ff06077ec8ce18b81b3b5b2d

Τα πράγματα για ολόκληρη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία άρχισαν να αλλάζουν από τότε που έκαναν την εμφάνισή τους οι βάρβαροι της λεγόμενης πρώτης μετανάστευσης των λαών. Η Ήπειρος δεν βρισκόταν στην πρώτη γραμμή των επαρχιών που έπληξαν οι επιδρομείς. Προστατευμένη από την οροσειρά της Πίνδου και τη θάλασσα και δύσβατη για τα καραβάνια των βαρβάρων έμεινε σε πρώτη φάση έξω από την πορεία των επιδρομέων. Θέλοντας να αντιμετωπίσει τις επιδρομές η Αυτοκρατορία υποχρέωσε τις επαρχίες της σε υπέρογκη φορολογία. Η Ήπειρος δεν ξέφυγε από τον κανόνα.

Σταδιακά οι βάρβαροι άρχισαν να λεηλατούν ανενόχλητοι και άλλες περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ιδιαίτερα από τη στιγμή που μπορούσαν να κάνουν επιθέσεις και από τη θάλασσα. Στη μάχη της Αδριανούπολης (378) ο αυτοκρατορικός στρατός έπαθε πανωλεθρία. Ο αυτοκράτορας Ουάλης σκοτώθηκε και οι Βησιγότθοι νικητές της μάχης μαζί με τους συμμάχους τους, άρχισαν να λεηλατούν ανενόχλητοι τις νότιες επαρχίες της Βαλκανικής.

Ο Γότθος ιστορικός Ιορδάνης που δεν θεωρείται ιδιαίτερα αξιόπιστος, έγραψε (6ος αι.) ότι οι Γότθοι προέλασαν μετά τη μάχη της Αδριανούπολης προς τη Θεσσαλία, τις Ηπείρους (Παλαιά και Νέα) και την Αχαΐα με σκοπό τη λεηλασία. Ο ιστορικός Ζώσιμος ίσως ο τελευταίος σπουδαίος «Εθνικός» συγγραφέας, δεν αναφέρεται σε κατάληψη της Ηπείρου από τους Γότθους ,φαίνεται όμως ότι νεότερες έρευνες τον διαψεύδουν και δικαιώνουν τον Ιορδάνη. Στον γενικό κατάλογο των επαρχιών της Βαλκανικής που υπέστησαν βαρβαρικές επιδρομές μεταξύ 376 και 396 γίνεται μνεία «των Ηπείρων». Ο κατάλογος υπάρχει σε επιστολή του άγιου της Εκκλησίας Ιερώνυμου που χρονολογείται από το 396.

e106fb410c40c83b1c3c0276ee4eb83c

Στην ίδια επιστολή ο Ιερώνυμος που τότε μόναζε στην Παλαιστίνη, ακούγοντας τα μηνύματα που έρχονταν από όλες τις περιοχές της Αυτοκρατορίας έγραφε ότι «ολόκληρη η Αυτοκρατορία ερειπώθηκε». Το 396 ο Γρατιανός έστειλε στον Μέγα Θεοδόσιο ενισχύσεις για να μπορέσει να αντιμετωπίσει στη Θεσσαλονίκη τους βάρβαρους που μπήκαν στην Ελλάδα από την Ήπειρο.

Πάντως οι επιπτώσεις της εισβολής αυτής δεν ήταν σημαντικές για την Ήπειρο καθώς επίκεντρο των επιδρομών των Βησιγότθων ήταν η Μακεδονία και ιδιαίτερα οι βόρειες επαρχίες της Θράκης όπου αυτοί συμφώνησαν να εγκατασταθούν ως «Φοιδεράτοι» (μισθοφορικά στρατεύματα με δικό τους οπλισμό). Όπως αναφέραμε και σε άρθρο μας στις 8/4/2023 οι Βησιγότθοι λεηλάτησαν μεγάλο τμήμα της Ελλάδας, ιδιαίτερα την Πελοπόννησο.

Ο ικανός στρατηγός Στηλίχων τους απώθησε από την Πελοπόννησο και τους επέτρεψε «αναχωρήσασι της Πελοποννήσου μετά πάσης της λείας εις την Ήπειρον διαβήναι και τας εν ταύτη λήσασθαι πόλεις». Τη λεηλασία των πόλεων της Ηπείρου επιβεβαιώνει και ο αλεξανδρινός ποιητής Κλαυδιανός που γράφει ότι ο Αλάριχος κατέστρεψε την Αχαΐα και στη συνέχεια την ανυπεράσπιστη Ήπειρο.

f489f25012b05f7ca20e7974ce0e7e88

Το 406 οι Βησιγότθοι επέστρεψαν «στις Ηπείρους». Εκεί υπολογίζεται ότι βρέθηκαν 200.000 Βησιγότθοι (40.000 μάχιμοι άντρες και οι οικογένειές τους). Φαίνεται ότι κατά την παραμονή τους στην Ήπειρο οι Βησιγότθοι δεν προκάλεσαν παρά μόνο οικονομικές και οικολογικές καταστροφές και αποχώρησαν μετά από έναν χρόνο.

Το 429 οι Βάνδαλοι εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια Αφρική και ίδρυσαν ένα ισχυρό κράτος. Το 455 κατέλαβαν και λεηλάτησαν τη Ρώμη ενώ το 467 ξεκίνησαν επιδρομές στην Αδριατική και το Αιγαίο. Γράφει σχετικά ο Προκόπιος: «Ιλλυριούς ουν ελπίζετο (λεηλατούσε) και της τε Πελοποννήσου της τε άλλης Ελλάδος τα πλείστα και όσαι αυτή νήσοι επίκεινται».

F5DQT3N

Από όσα γράφει ο Αφρικανός εκκλησιαστικός συγγραφέας Victor Vitensis (5oς αι.) φαίνεται ότι μαζί με την Ιλλυρία δεινοπάθησε και η Ήπειρος («Epiro vetere», («Παλαιά Ήπειρος»), ενώ στη συνέχεια αναφέρεται και στην Hellada . Στις καταστροφές των Βανδάλων αναφέρεται και ο Προκόπιος: «Εισβολάς εποιείτο (ο Γιζέριχος, ο αρχηγός των Βανδάλων) τας μεν ανδραποδίσας, τας δε καθελώνες έδαφος ληισάμενος τε άπαντα».

Το 468 ο αυτοκράτορας Λέων έστειλε εναντίον των Βανδάλων μια αρμάδα από 1.100 πλοία. Αυτοί όμως αιφνιδίασαν τους Βυζαντινούς και κατέστρεψαν τα πλοία. Ο Ζήνων έστειλε το 474 πρεσβεία στην Καρχηδόνα για να διαπραγματευθεί τους όρους μιας συνθήκης ειρήνης.

Ο αδίστακτος Γιζέριχος για να βρεθεί σε πλεονεκτικότερη θέση κατέλαβε τη Νικόπολη και υποδούλωσε τους κατοίκους της. Όταν υπογράφτηκε η συμφωνία ο Βυζαντινός πρεσβευτής Σεβήρος αντί για τα καθιερωμένα διπλωματικά δώρα ζήτησε να πάρει μαζί του τους αιχμαλώτους της Νικόπολης.

Γιζεριχος
Γιζέριχος

Ο Γιζέριχος του χάρισε αυτούς που είχαν «κληρωθεί» σ’ εκείνον και τους γιους του, είπε όμως ότι έπρεπε να εξαγοράσει τους υπόλοιπους! Ο Σεβήρος έβγαλε σε πλειστηριασμό την οικοσκευή του και εξαγόρασε όσους μπορούσε! Οι επιδρομές των Βανδάλων είχαν σοβαρές συνέπειες για τα παράλια της Ηπείρου και ιδιαίτερα για τα αστικά κέντρα, καθώς παρέλυε η οικονομική και κοινωνική ζωή των πόλεων.

Οι Οστρογότθοι εισέβαλαν δύο φορές στη Νέα Ήπειρο. Την πρώτη φορά το 459 όταν προερχόμενοι από την Παννονία λεηλάτησαν πολλές περιοχές της Χερσονήσου του Αίμου, εκβιάζοντας την αυτοκρατορική κυβέρνηση να συνάψει συμφωνία μαζί τους για την εγκατάστασή τους στη Θράκη με το καθεστώς των φοιδεράτων.

Το 479 οι Οστρογότθοι υπό την ηγεσία του Θευδέριχου εγκατέλειψαν τη Θράκη και κινήθηκαν προς την Άνω Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη. Οι Βυζαντινοί τους έπεισαν να στρατοπεδεύσουν στην Ηράκλεια Λυγκηστίδα (σημερινό Μοναστήρι) όταν όμως οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν, οι Οστρογότθοι εισέβαλαν στη Νέα Ήπειρο.

Απέτυχαν να καταλάβουν τη Λυχνιδό, αλλά κατέλαβαν εύκολα τη Σκάμπα και το Δυρράχιο επειδή οι κάτοικοί τους προτίμησαν να εγκαταλείψουν τις πόλεις τους. Μετά από σφοδρές πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή κα μακρές διαπραγματεύσεις οι Οστρογότθοι δέχτηκαν το 482 να εγκαταλείψουν τη Νέα Ήπειρο και κινήθηκαν προς τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία.

Το 517 νέες βαρβαρικές επιδρομές στις επαρχίες της Ελλάδας ως τις Θερμοπύλες έγιναν από τους «Γέτες» ιππείς που ταυτίζονται με τους Άντες, λαό που ζούσε τότε ΒΔ του Εύξεινου Πόντου. Ο Μαρκελλίνος γράφει ότι αυτοί «κατέστρεψαν τις δύο Μακεδονίες και τη Θεσσαλία και την Παλαιά Ήπειρο». Προσθέτει ακόμα ότι ο αυτοκράτορας Αναστάσιος έστειλε στον ύπαρχο των πραιτωρίων του Ιλλυρικού Ιωάννη 1.000 λίτρες χρυσού για να εξαγοράσουν τους αιχμαλώτους.

Τωτιλας
Τωτίλας

Επειδή όμως τα χρήματα αυτά δεν θεωρήθηκαν αρκετά από τους βαρβάρους, αυτοί έκαψαν τους γεωργούς μέσα στοις αγροικίες τους και σκότωσαν τους πολίτες μπροστά στα τείχη των πόλεων. Το ποσό των 1.000 λιτρών χρυσού (72.000 χρυσά νομίσματα) που στάλθηκε ήταν υψηλότατο και δείχνει το πλήθος των αιχμαλώτων και τις υλικές ζημιές που προκάλεσαν οι Γέτες.

Το 511 ο Γότθος ηγέτης Τωτίλας το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Μπαντουίλα έστειλε ισχυρό στόλο από 300 πλοία στις ακτές της Ηπείρου για να εμποδίσει βυζαντινή νηοπομπή να φτάσει στην Ιταλία. Τα γοτθικά πλοία πιθανότατα προκάλεσαν καταστροφές στα λιμάνια της Ηπείρου από τον Αγχιασμό (Άγιοι Σαράντα) ως τη Νικόπολη.

Πιθανότατα οι καταστροφές αυτές ήταν μικρές και δεν σηματοδοτούσαν σε καμία περίπτωση το τέλος της ύστερης αρχαιότητας στην Ήπειρο και ιδιαίτερα στην ενδοχώρα της. Μετά το 548/549 η Ήπειρος γνώρισε επιδρομές από Σλάβους στις οποίες θα αναφερθούμε εκτενώς σε άρθρο μας πολύ σύντομα.

Πηγές:
ΗΠΕΙΡΟΣ, «4000 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ», ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, Αθήνα 1997
Ευάγγελος Χρυσός, «Συμβολή στην Ιστορία της Ηπείρου κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή (Δ’-ΣΤ’ αι.)», «ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», ΤΟΜΟΣ 23, ΙΩΑΝΝΙΝΑ 1981

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *