Αξιολόγηση … μύθοι και Παραμύθια …

Share Button

Η ΕΛΜΕ Θεσπρωτίας σε πρόσφατη «Επιστολή προς τους γονείς» (ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ 27.02.2023) επανέρχεται στο χρονίζον θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών της δημόσιας παιδείας και τους προσκαλεί ως… φυσικούς συμμάχους στον αγώνα της κατά της αξιολόγησής τους. Το κείμενο πρόσκλησης βρίθει από ανακρίβειες, αναλήθειες, θρασύτητα και προκλητικότητα.

Χαρακτηρίζει την αξιολόγηση ως επιστροφή στο καθεστώς του Επιθεωρητή πριν από 44 χρόνια (1982), θυμούνται το καθεστώς του Επιθεωρητή (ήταν εδώ και 41 χρόνια εκπαιδευτικοί που αξιολογήθηκαν (!) ή καθηγητές που γνώρισαν τι έκανε ο Επιθεωρητής (!), πόσο αντιπαιδαγωγικός και αποπνικτικός ήταν ο θεσμός;) Τονίζει ότι κυβέρνηση  άφησε απροστάτευτα τα παιδιά στην πανδημία, ότι τα σχολεία  καταρρέουν και  πλημμυρίζουν, ( οι δήμοι είναι μόνο για τιμώμενα πρόσωπα στις παρελάσεις), ότι απέκλεισε χιλιάδες παιδιά από την εκπαιδευτική διαδικασία (!), ότι αύξησε την ύλη των εξετάσεων (!), επανέφερε την τράπεζα θεμάτων (!), προωθεί την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των σχολείων (!) και επέβαλε ελάχιστη βάση εισαγωγής στα  ΑΕΙ. Ακόμη δηλώνει ότι δε φοβάται την αξιολόγηση (!), ότι κράτησαν όρθια την παιδεία στα χρόνια των μνημονίων και της πανδημίας (!), παρά τη εγκληματική αδιαφορία του κράτους». Επισημαίνει ότι  η αξιολόγηση δε θα λύσει κανένα πρόβλημα, αλλά θα προσθέσει κι άλλα (!). Αποκαλύπτει ότι διεθνείς έρευνες αποτίμησαν πως η αξιολόγηση θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα (;) και το αντιπαιδαγωγικό κλίμα (;), πως θα ιδιωτικοποιήσει την εκπαίδευση και θα αυξήσει τον οικογενειακό προϋπολογισμό!

Διατείνεται ότι με την αξιολόγηση θα απομακρυνθούν οι ακατάλληλοι εκπαιδευτικοί (μπά υπάρχουν και τέτοιοι;), ώστε να μείνουν μόνο οι άξιοι (κακό;)   Θεωρεί η ΕΛΜΕ Θεσπρωτίας ότι όσοι και όσες κριθούν άριστοι θα διεκδικήσουν διοικητικές θέσεις ( οι ικανοί δεν είναι άριστοι ή οι ικανοί δεν είναι κομματικοί; Τα μπερδέψατε φίλοι …) Αλλά και ότι οι άξιοι εκπαιδευτικοί θα φύγουν από τις τάξεις, (θα πάνε πού, δε μας λέτε…), ότι υπάρχει κρυφό νομοθετικό πλαίσιο, για να απομακρυνθούν από τις τάξεις οι ακατάλληλοι εκπαιδευτικοί (άδικο;), ότι θα περικόψει τις δαπάνες για την παιδεία (επειδή θα αξιολογήσει τους εκπαιδευτικούς;)! Ακόμη ότι επιδιώκουν οι εκπαιδευτικοί εποικοδομητικό διάλογο, που αρνείται η Κυβέρνηση, ότι ζητάνε εδώ και δεκαετίες, επιμόρφωση, αλλά το Υπουργείο αρνείται μια καθολική, συνεχή, ουσιαστική και επιστημονική επιμόρφωση (!). (Πόσοι πάνε σε σεμινάρια εκτός ωρών διδασκαλίας;)

Στο επιμορφωτικό υλικό του Υπουργείου τα παιδιά χαρακτηρίζονται προβληματικά, πνεύματα αντιλογίας, αναρχικά, τα σχολεία ως καταυλισμοί στιγματισμένων, ότι υπάρχει πληθώρα ασκήσεων που προωθούν ρατσιστικά και έμφυλα στερεότυπα, που επιδεινώνουν το σχολικό ρατσισμό και τη βία ( εφόσον δε γίνεται επιμόρφωση πώς υπάρχει επιμορφωτικό υλικό; Είναι κρυμμένο; Και  αν είναι κρυμμένο και δεν το ξέρει κανείς, πώς το εφαρμόζει  το σχολείο;)

Η κορύφωση της επιστολής επισημαίνει πως  η «αξιολόγηση» η «αριστεία» και η «καινοτομία» του υπουργείου είναι επιστροφή στο Μεσαίωνα, προς δικαίωση Μπαλτά, Φίλη και Γαβρόγλου. Τέλος, και η απαραίτητη σάλτσα στην αρχή και στο τέλος του κειμένου με τον αγώνα τους για το «ποιοτικό συμπεριληπτικό δημόσιο σχολείο που θα συμβάλλει στη διαχρονική ευημερία των παιδιών μας». Πού τα βρήκατε, φίλοι, αυτά; Έχετε παραδείγματα ότι έστω και ένα παιδί διώχτηκε ή δεν έγινε δεκτό σε κάποιο σχολείο με κριτήρια φυλής, φύλου, χρώματος, γλώσσας, εθνικότητας, έμφυλης κλίσης, σωματικής αρτιμέλειας κ.ά; Γιατί τα ανέχεστε, γιατί δεν τα αποκαλύπτετε, γιατί τα υιοθετείτε, γιατί; Ντροπή!

Αν η κυβέρνηση έχει στόχο όλα αυτά και θέλει να αυτοκτονήσει, γιατί να τα κάνει όλα αυτά που θέλουν και χρόνο και δεν πάει κατευθείαν στον Καιάδα; Φαίνεται ότι δεν της το επιτρέπει ο αγώνας των εκπαιδευτικών για την αξιολόγηση και θέλει την άδειά τους να το κάνει.

Αυτά με το αξιοθρήνητο κείμενο της ΕΛΜΕ. Φαίνεται πως στην Ελλάδα δεν έληξε ο Εμφύλιος του 43-49, δεν έληξαν οι εξορίες και τα δεινά τους, ούτε η στρατιωτική δικτατορία του 67 ούτε… οι Επιθεωρητές που καταργήθηκαν το 1982 ούτε υπάρχει δημοκρατία. Όχι μόνο υπάρχουν αυτά, αλλά και απειλούν, καταδυναστεύουν, εκθεμελιώνουν, αντιμάχονται και αποφασίζουν ακόμη και σήμερα για όλα και κυρίως για το σκοταδισμό στην Παιδεία, αφού ούτε ελευθερία υπάρχει (αλήθεια πώς γράφουν όσα γράφουν, κρυφά δημοσιεύονται;)ούτε δημοκρατία ούτε Παιδεία (όλοι αυτοί στα πανεπιστήμια είναι στρατευμένοι…;) Και αφού όλοι αντιδρούν, αυτοί πώς εκπαιδεύτηκαν, μορφώθηκαν, προσλήφτηκαν, λειτουργούν, αντιδρούν, διαφωνούν, απορρίπτουν; Τι είναι; Άλλα θέλουν κι άλλα κάνουν; Φοβούνται τον Εμφύλιο ή τον…. Επιθεωρητή;

Καιρός για σοβαρότητα. Αρκετά χρόνια κυριαρχεί το μπάχαλο. Όλα αυτά τα χρόνια (μετά το 1982) ο χώρος της Παιδείας  πέρασε στην ασυδοσία. Όχι μόνο το Υπουργείο δε γνωρίζει αν υπάρχουν 100 – 200 στελέχη στη δημόσια παιδεία με κύρος, κατάρτιση, ικανότητα, πληρότητα και αξιοσύνη, αλλά ούτε και οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν τέτοια άτομα, που ασφαλώς υπάρχουν, και είναι πάμπολλοι, αλλά παραμένουν αφανείς, χωρίς επισήμανση, αξιοποίηση και ανάθεση αρμοδιοτήτων και καθηκόντων, οι οποίοι θα ευεργετούσαν τη Δημόσια Παιδεία. Στα σκοτεινά βαδίζουμε, στα σκοτεινά πορευόμαστε. Αποτιμώνται μόνο μεταπτυχιακές, διδακτορικές και  συγγραφικές δράσεις, ορθότατα ασφαλώς, αλλά αυτές από μόνες τους ούτε συνεπάγονται διδακτική επάρκεια ούτε διοικητική ικανότητα. Το διδακτικό έργο θέλει το δικό του άξιο μαέστρο, το ίδιο και το διευθυντικό. Τόσα χρόνια στο χώρο της Παιδείας ζήσαμε βαρύτιμα διδακτορικά, μεταπτυχιακά και διευθυντικά βιογραφικά με πενιχρά ή εντελώς αρνητικά αποτελέσματα, με αρκετές εξαιρέσεις, ασφαλώς, τη στιγμή που όλες οι περιπτώσεις όφειλαν να ήταν πανάξιες. Η Παιδεία δεν είναι ούτε τυπικότητα, ούτε συμβατικότητα, ούτε λειτούργημα. Είναι αξία και έργο της είναι να διαπλάθει αξίες. Ούτε είναι πρόνοια, για να δίνει εργασία και αμοιβή σε άνεργους, μέτριους, ανίκανους, ακατάλληλους και επικίνδυνους δασκάλους. Ούτε οφείλει να διασφαλίζει μονιμότητα και  να αποφεύγει τον έλεγχο, την αξιολόγηση, την αξιοποίηση, την προώθηση, την επιβράβευση και τη δημόσια αναγνώριση όλων όσοι τη δικαιούνται, ούτε να τους τσουβαλιάζει όλους σε ένα δήθεν ισότιμο και ισοπεδωτικό επίπεδο.

Σήμερα στην Παιδεία ο καθένας κάνει ό,τι θέλει, όπως θέλει, αν θέλει και όποτε θέλει. Από όλους τους πολιτικούς χώρους υπήρξαν και υπάρχουν εκπαιδευτικοί, Διευθυντές, Σχολικοί Σύμβουλοι, Διευθυντές γραφείων χωρίς ιδεολογικούς πολιτικούς αποκλεισμούς ή μάλλον και με ευνοϊκές πολιτικές επιλογές πολλών από όλα τα πολιτικά κόμματα, έστω και με κάποια αναλογία.

Το πρόβλημα παραμένει. Χωρίς αξιολόγηση, που σημαίνει ότι θα ξέρει η πολιτεία σε ποιους και πόσους θα αναθέσει επιμόρφωση, αξιολόγηση, διεύθυνση, διδακτικό έργο, ποιοι θα κληθούν για επιμόρφωση, ποιοι βελτιώθηκαν, ποιοι επιβάλλεται να επιμορφωθούν περισσότερο, αλλά και ποιοι δεν ανταποκρίθηκαν και άρα ή θα κατευθυνθούν σε άλλες εργασιακές σχέσεις του κράτους και, εντέλει, ποιοι θα πάνε, έστω και ολίγοι, στα σπίτια τους και με πλήρη, ακόμη, σύνταξη, για να μη βλάπτουν ακουσίως το κοινωνικό σύνολο.

Αυτά δε γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη με μαγικό ραβδί. Η αφετηρία όφειλε να είναι στην  … αφετηρία! Σήμερα, αλλά εδώ και 40 περίπου χρόνια πριν, υπάρχει μεγάλη κατάτμηση των Πανεπιστημιακών σχολών, που παρέχουν πτυχία για εκπαιδευτικό έργο στα δημόσια σχολεία. Έτσι ως φιλόλογοι διορίζονται όχι μόνο οι έχοντες πτυχίο κλασικής και νεοελληνικής φιλολογίας, αλλά και οι ιστορικοί, οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχολόγοι κ.ά. που τους ανατίθεται η διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων (Αρχαία, Νεοελληνικά, Λατινικά, Λογοτεχνία, Ποίηση, κ.α), που ποτέ δε διδάχτηκαν ως β΄ ή γ΄ ανάθεση. Το ίδιο  συμβαίνει και με ξενόγλωσσους εκπαιδευτικούς, που διδάσκουν ιστορία κ.α.).

Δυστυχώς, τόσο η  Πολιτεία όσο και τα Πανεπιστήμια καθεύδουν… Αλλά και οι εκπαιδευτικοί βολεύονται, γιατί βρίσκουν δουλειά, άσχετα τι δουλειά προσφέρουν. Η Πολιτεία οφείλει να ζητήσει από τα Πανεπιστήμια να εκπονήσουν προγράμματα με ειδική εκπαίδευση για όσους φοιτητές ζητήσουν να πάρουν επάρκεια διδασκαλίας, διετούς τουλάχιστον εκπαίδευσης, σε μαθήματα που θα τους ανατεθεί η διδασκαλία στα δημόσια σχολεία (αλλά και σε ιδιωτικά, ασφαλώς). Έτσι θα διδάσκουν Αρχαία Ελληνικά, Νέα Ελληνικά, Λατινικά, Ιστορία, Κοινωνιολογία,  ψυχολογία κ.ά. μόνο όσοι έχουν πιστοποιημένη επιστημονική επάρκεια και έχουν λάβει αντίστοιχο πτυχίο. Αλλιώς, είναι ωσάν  να μπορούσε να γίνει κάθε γιατρός (φιλόλογος εν προκειμένω) χωρίς ειδίκευση, καρδιολόγος, χειρουργός, πνευμονολόγος κ.α. με μόνο πτυχίο γενικής ιατρικής. Θα δέχονταν οι σημερινοί εκπαιδευτικοί (που δεν έχουν επάρκεια και εξειδίκευση και αρνούνται την αξιολόγηση) να εμπιστευτούν τα παιδιά τους για χειρουργείο σ’ έναν γιατρό γενικής ιατρικής που δεν είναι ακόμη χειρουργός  να χειρουργήσει το παιδί τους; Οι περισσότεροι σημερινοί εκπαιδευτικοί διδάσκουν χωρίς εξειδίκευση και κατάρτιση γνωστικά αντικείμενα που αγνοούν,  επαίρονται γι’ αυτό, εφησυχάζουν και δεν απαιτούν το αυτονόητο. Έστω και αν αυτή η προϋπόθεση γινόταν πραγματικότητα, πάλι το διδακτικό έργο δε συνεπάγεται ότι συντελείται με επάρκεια. Αν ο ίδιος ο εκπαιδευτικός δεν οργανώσει το διδακτικό του έργο με μόχθο, σχέδιο, επιμονή, διάρκεια, συνεχή επιμόρφωση, μελέτη, παρακολούθηση των εξελίξεων στο χώρο της παιδείας και της επιστήμης, διδακτικές ώρες θα καλύπτει, σημαντική και  επαρκή αγωγή και παιδεία δε θα προσφέρει, αν ο ίδιος δεν μπορεί ή δε θέλει να αγοράσει και να μελετήσει βιβλία – εργαλεία ενισχυτικά του διδακτικού του έργου αν ο ίδιος  δεν έμαθε και δε φροντίζει να μάθει την πορεία και τη μέθοδο διδασκαλίας, αν δεν κατακτήσει το γνωστικό πεδίο, αν δεν προετοιμάζεται καθημερινά και επαρκέστατα, αν δεν ξέρει να επιλέγει τα θέματα, να αξιολογεί, να κατευθύνει το μαθητή να μαθαίνει, να κρίνει, να ερωτά, να παρατηρεί, να αξιολογεί, να απορεί, να ερευνά, όλα αυτά κανένας Σχολικός Σύμβουλος ή Επιθεωρητής δεν μπορεί να τα επιβάλει και να τα κάνει  να τα εφαρμόσει.  Σ’ αυτήν την αυτομόρφωση μόνον η συναίσθηση της  προσωπικής αξιοπρέπειας μπορεί να οδηγήσει για  ουσιαστικό και όχι τυπικό διδακτικό έργο.

Οι σημερινοί εκπαιδευτικοί στη μέγιστη πλειοψηφία τους, δυστυχώς, δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των μαθητών και γονέων τους. Απορρίπτουν και αρνούνται ανερυθρίαστα την αξιολόγησή τους και το λένε δημοσίως, χωρίς ίχνος αισχύνης. Ο κοινός νους αντιλαμβάνεται ότι όποιος αρνείται να δείξει το έργο του, αυτός έχει και συναίσθηση της ανικανότητάς του, της ανεπάρκειας και της ακαταλληλότητάς του, και επιπλέον  φοβάται την αποκάλυψη της μετριότητάς του. Αυτοί  εξαπατούν τη σχολική κοινότητα με απλοχεριά στη βαθμολόγηση, την κολακεία με δήθεν προοδευτικό προσωπείο και δημοκρατικότητα, αρνούνται να βελτιωθούν και έτσι καθίστανται όχι μόνο ακατάλληλοι αλλά και επικίνδυνοι.

Από το 1984 ίσαμε σήμερα διορίστηκαν, δίδαξαν, διοίκησαν και συνταξιοδοτήθηκαν χωρίς αξιολόγηση χιλιάδες εκπαιδευτικοί. Με την παύση για μια 20ετία, σχεδόν, διορισμού εκπαιδευτικών μέχρι πρόσφατα, στα σχολεία μας υπάρχουν μόνο υπερήλικες ως μόνιμοι εκπαιδευτικοί, με ελλιπή εμπειρία οι πλείστοι στο παιδευτικό έργο και χιλιάδες αναπληρωτές – γυρολόγοι, που η πολιτεία εξαθλίωσε οικονομικά και παιδαγωγικά με οχτάμηνη εργασία ανά έτος και σε άλλα σχολεία την επόμενη χρονιά και με στοιχεία πρόσληψης απαράδεκτα και άνισα για τους πλείστους. Ακόμη  και ο περίφημος διαγωνισμός ΑΣΕΠ είναι προσβλητικός και μειωτικός για το κύρος ενός εκπαιδευτικού, αφού μόνο ένα ισχυρό πτυχίο με επάρκεια ικανότητας διδασκαλίας και ο βαθμός του πτυχίου θα ήταν το ασφαλέστερο κριτήριο επιλογής του διδακτικού προσωπικού και όχι πόσα παιδιά …έχει (!) Όποιος δε θέλει να κάνει οικογένεια και παιδιά είναι κατώτερος εκ προοιμίου και υπολείπεται των άλλων;  Τι λόγο έχουν τα μόρια μπροστά στην επάρκεια και το βαθμό πτυχίου; Τα μόρια διδάσκουν;

 

Εκτός από την απαραίτητη πανεπιστημιακή χορήγηση της επάρκειας για τη διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, η προσωπική μου εμπειρία θεωρεί ότι σε κανένα σχολείο Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης δεν πρέπει να αναλαμβάνει τη διεύθυνση ένας εκπαιδευτικός. Ο εκπαιδευτικός μόνο εκπαιδευτικό έργο οφείλει να αναλαμβάνει. Δεν μπορεί να διευθύνει μια σχολική μονάδα, γιατί απλούστατα δεν εκπαιδεύτηκε ποτέ γι’ αυτό το έργο. Με βάση μερικές εγκυκλίους διοίκησης και καθηκόντων διευθύνει ένα σχολείο, όπως θέλει, αυτοσχεδιάζοντας, πειραματίζεται ακατάρτιστα και αγνοεί ό,τι απαιτεί μόχθο, φροντίδα, οργάνωση, προνοητικότητα, υπευθυνότητα, παιδαγωγικότητα.

Αυτό το έργο έπρεπε εδώ και δεκαετίες να είχε ανατεθεί σε ειδικά στελέχη πανεπιστημιακής κατάρτισης για διεύθυνση τέτοιων μονάδων, χωρίς τα στελέχη αυτά να προσφέρουν διδακτικό έργο, αλλά που θα ξέρουν τα πάντα για τη λειτουργία  της σχολικής μονάδας, τις ανάγκες της, τις υποδομές και τις προϋποθέσεις της διδακτικής και εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτό δεν έγινε, καιρός είναι να γίνει και να τεθεί σε εφαρμογή, γιατί οι εξελίξεις και στο χώρο της παιδείας απαιτούν σύγχρονη οργάνωση και διοίκηση. Τι μπορεί να γνωρίζει γι΄ αυτά ένας εκπαιδευτικός της εποχής μας;

Ας επιτραπεί, τέλος, στο συντάκτη αυτών των απόψεων και ένας αυτοαναφορικός επίλογος. Από το 1973 και για 35 χρόνια δίδαξε στη Μέση Εκπαίδευση. Πέρασε από οχτώ δημόσια Γυμνάσιο – Λύκεια και συνυπήρξε σε κάθε Σύλλογο συνολικά με παραπάνω από 500 εκπαιδευτικούς, το διδακτικό του έργο γνώρισαν συνολικά περισσότεροι από 10.000 μαθητές, ενώ την τελευταία δεκαετία στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο – Λύκειο παρουσίασε πάνω από 50 διδασκαλίες δειγματικές σε φοιτητές της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Έμεινε σ’ αυτόν μια εμπειρία ανάμεικτη με συναισθήματα από χαρές, επιτυχίες, δυσκολίες, πίκρες, πράματα πετυχημένα και απραγματοποίητα. Είχε στα πρώτα  εφτά χρόνια τρεις αξιολογήσεις από Επιθεωρητές. Όντως ο θεσμός, ως είχε τότε, ως το 1976, είχε κηλιδωθεί από τα έργα και τις ημέρες των περισσότερων από αυτούς και δικαίως καταργήθηκε.

Ο νέος μετέπειτα θεσμός των Σχολικών Συμβούλων, πάνδημο σχεδόν αίτημα των εκπαιδευτικών Α/θμιας  και Δ/θμιας Εκπαίδευσης, δεν απέδωσε τα οφειλόμενα εξαιτίας της κακομοιριάς της Πολιτείας και των ιδίων των Σχολικών Συμβούλων και των Εκπαιδευτικών στο βωμό της δήθεν καταπολέμησης κάποιας εσκεμμένης αδικοκρισίας στην ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αλλά και της φυγοπονίας και οκνηρίας μεγάλου μέρους του Σώματος των Σχολικών Συμβούλων, που απέφυγαν έτσι την ευθύνη και το έργο της αξιολόγησης. Μερικοί είχαν ασφαλώς την ικανότητα να συμβάλλουν στη διδακτική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με ατομικές πρωτοβουλίες, σε σεμινάρια, ατομικές διδασκαλίες  κ.α., ενώ άλλοι ως αργόσχολοι και φυγόπονοι αδιαφόρησαν ή επισκέπτονταν δίκην ολιγόλεπτου περιπάτου τις σχολικές μονάδες για έλεγχο τύπου ΣΔΟΕ, των απόντων εκπαιδευτικών, για τον έλεγχο των βιβλίων Ύλης, των απουσιολογίων, χωρίς αιδώ και με θράσος να δηλώνουν πως η ειδικότητά ως ιστορικοί δεν τους επιτρέπει να αξιολογήσουν μάθημα Αρχαίων  Ελληνικών ή Λατινικών οι νεοελληνιστές κ.ά. λες και αναγκαστικά  έγιναν Σχολικοί Σύμβουλοι και όχι με αίτησή τους, ως εάν ο θεσμός να ήταν μόνο διακοσμητικός και οικονομικός για τους ιδίους.

Στο ίδιο διάστημα της 35ετούς υπηρεσίας μου γνώρισα εκπαιδευτικούς με υψηλό διδακτικό έργο, ινδάλματα για πρότυπα αγωγής, παιδείας και παρότρυνσης, μεγάλες μορφές υψηλής διδακτικής επάρκειας, ακούραστους και αξεδίψαστους εργάτες της αγωγής και της παιδείας. Γνώρισα, δυστυχώς, και μετριότητες, ασημαντότητες, ανίκανους, αδιάφορους, αναξιοπρεπείς, ακατάρτιστους και επικίνδυνους εκπαιδευτικούς (αποφεύγω τον όρο συναδέλφους, σκοπίμως) και ως διευθυντές και ως διδάσκοντες. Δε φοβήθηκα για καμιά αξιολόγηση. Συγκρούστηκα με Επιθεωρητές. Είχα τρεις επιθεωρήσεις – αξιολογήσεις σε δύο μαθήματα η καθεμιά, δεν αδικήθηκα, γιατί τον καλό και τον ικανό δεν μπορεί να τον αδικήσει κανείς, γιατί θα ευτελιστεί ο ίδιος ο κριτής με τον καιρό. Αν αδικούσαν τους καλούς, τους μέτριους τι θα τους έκαναν, θα τους επιβράβευαν; Λυπήθηκα για την κατάργηση του θεσμού της αξιολόγησης, το τόνιζα σε όλες τις εκπαιδευτικές συνελεύσεις, με λοιδορούσαν, αλλά ουδείς με έπεισε ότι δε φοβάται, γιατί ήξερε πως δεν ήταν ικανός. Ο ικανός δεν έχει να φοβηθεί κανέναν. Εδώ η αξία κρίνεται καθημερινά, δεν είναι στιγμιαία και εφάπαξ.

Στα σχολεία σήμερα διδάσκει επαρκώς, έστω, μόνο ένα 25% των εκπαιδευτικών και αυτή η κρίση με μεγάλη επιείκεια. Αυτό το ποσοστό κρατά το ελληνικό σχολείο με πολλή δυσκολία στο μέτριο επίπεδο που είναι σήμερα και αυτό εξαιτίας της προσωπικής αξιοπρέπειας, της ευσυνειδησίας και της αγάπης τους προς τη διδασκαλία και τη γνωστική κατάρτιση για τους νέους μας, χωρίς διεκδίκηση προνομίων, οικονομικών ή θεσιθηρίας, εκ μέρους της πολιτείας. Οι υπόλοιποι ας αναλογιστούν οι ίδιοι για το έργο τους και την προσφορά τους. Στα σχολεία όμως σιωπηρά κάνουν αξιολόγηση των συναδέλφων τους, έστω κι αν οι ίδιοι προσωπικά την αρνούνται, όταν επιλέγουν να διδάσκουν στα τμήματα που διδάσκονται, κυρίως, τα τέκνα τους, όχι τυχαία όποιος να ‘ναι, αλλά υποδεικνύουν και ικετεύουν κρυφίως τους πλέον ικανούς να διδάξουν Αρχαία, Έκθεση, Λατινικά, Φυσική, Μαθηματικά, Χημεία κ.α. και συνάπτουν σκόπιμες φιλίες με αυτούς για όσο τους έχουν ανάγκη.

Στο χώρο της παιδείας ξεδιπλώθηκαν και κυριάρχησαν, αν θέσουμε ως αφετηρία τη μεταπολίτευση (1974), πολλά παραμύθια, όπως οι Επιθεωρητές, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η ένταξη στην Ε.Ε., τότε Ε.Ο.Κ., που θα αφάνιζε δήθεν, την Ελληνική γλώσσα, την Ελληνική παιδεία, τον Ελληνικό πολιτισμό, ακόμη και τη …Θρησκεία (για να συγκινήσουν και το ιερατείο και τους πιστούς), την  Ελληνική παράδοση, την Ιστορία, τα Πανεπιστήμια, τα όρια της χώρας, θα κυριαρχούσε η …παγκοσμιοποίηση, ο καπιταλισμός, ο ιμπεριαλισμός, ότι οι Έλληνες θα γίνονταν γκαρσόνια της Ευρώπης και άλλα φαιδρά κάθε νοσηρής φαντασίας ή σοσιαλμαρξιστικής σκουριάς και σήψης. Τι απ’ όλα αυτά συνέβη; Άρα;

Οι Εκπαιδευτικοί της ΕΛΜΕ Θεσπρωτίας δε μπορεί να είναι όλοι μέτριοι, ανίκανοι και ακατάλληλοι ούτε τόσο πολύ φιλάνθρωποι, που με μια υπέρμετρη συναδελφική αλληλεγγύη, συνδικαλιστική και παιδαγωγική, καλύπτουν τα αρνητικά μερικών ατόμων στο χώρο της Παιδείας και προσπαθούν επιμόνως να τους προστατεύσουν.

Η Παιδεία νοσεί και απαιτεί ίαση από τους παιδαγωγούς της.  Ο παιδαγωγός οφείλει να διαθέτει επιστημονική και γνωστική κατάρτιση, διδακτική μέθοδο, μεστό  λόγο και έκφραση, μεταδοτική πληρότητα, ανθρωπιστική αγωγή, δημοκρατικό φρόνημα, κριτήρια αξιοκρατίας, αντικειμενικότητα στην αξιολόγηση, ψυχική εγγύτητα στη νεότητα, μεθοδικότητα στις δυσκολίες της μαθητικής ζωής, πνεύμα πειθαρχίας στους κανόνες της σχολικής λειτουργίας και επιμονή στο υψηλό επίπεδο της παιδευτικής κατάρτισης. Οφείλει να αποβεί υποστηρικτής στις μαθητικές συνεργασίες και έρευνες, κινητήρια δύναμη στην ανάληψη πρωτοβουλιών μαθητικής έκφρασης, μέσα από το λόγο, την τέχνη, τον ευρύτερο πολιτισμό, τον αθλητισμό και κάθε άλλη ψυχοπνευματική δημιουργία. Υποχρεούται ο Εκπαιδευτικός να είναι επιεικής στη νεανική παρορμητικότητα, υπομονετικός στη μαθητική αποστροφή για τη γνώση, καλοσυνάτος στις παιδικές αταξίες, αλλά σταθερός στην αγωγή, στη διάπλαση του χαρακτήρα και στην αποδοχή της προσωπικής αξίας κάθε μαθητή.

Ο καλός ο δάσκαλος διδάσκει το μαθητή. Όποιος διδάσκει, συνεπάγεται ότι τον αγαπάει. Όποιος πρώτα τον αγαπάει, δεν αποκλείεται και να τον διδάσκει. Υπάρχουν, όμως, και δάσκαλοι που απλώς αγαπούν τα παιδιά, αλλά δεν τα διδάσκουν είτε γιατί δεν μπορούν είτε γιατί αδιαφορούν. Ο καλός  ο δάσκαλος οφείλει να κερδίσει και το μέτριο μαθητή κι αυτόν που μισεί την παιδεία, τον αδιάφορο να τον εμψυχώσει, να τον στηρίξει και να του εμφυσήσει την αυτοεκτίμηση, να τον πείσει ότι μπορεί, όπως ο καλός που αυτά δεν τα έχει ανάγκη. Και για να τον εμπιστευτεί ο μαθητής, οφείλει ο δάσκαλος να αποδείξει την αξία του, να δεχτεί την αξιολόγηση και την αποτίμησή του.

Μιχάλης Μπότσαρης, Φιλόλογος, Ιδρυτής ΠΕΦ, πρ. Λυκειάρχης.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *