Εξομολογήσεις…

Share Button

του Ηλία Ελλάνικου

Πολλές φορές αναρωτήθηκα, στην πρώτη Νεότητα, γιατί τόση Κόλαση είχε μαζευτεί σε όλο το εύρος τής ύπαρξής μου και σε τούτη δω την άκρια τής Ελλάδας, τη Θεσπρωτία, γιατί το μυαλό μου τόσο σκοτάδι βάραινε και δεν μ’ άφηνε να βαδίσω στο μέλλον.

Κι ενώ απάντηση δεν έπαιρνα, όσο κι αν την αποζητούσα εναγωνίως – ποιος θα μπορούσε να δώσει, σε περιοχή ρημαγμένη από τυραννίες, πολέμους, εγκατάλειψη! – ήρθε η Ποίηση, λυρική, συμβολική, υπερρεαλιστική, ωσάν αποκάλυψη κι από το …πουθενά, να σταθεί αρωγός, οδηγός, να μιλήσει στη ζωή μου.

 

Κατάρα θρεμμένη από τους αιώνες

πλούσια από τις γενεές των ανθρώπων τις αναρίθμητες

ήρθε κι έσκυψε στου βρέφους το πρόσωπο

κάρφωσε πέτρινα καρφιά στο μικρό δίσκο τού ήλιου

και τα χρόνια αφήνοντας να κυλήσουν

έζωσε μέσα στα δεινά τον έφηβο

 

Ήξερε    ή πως του κουβαλούσε θάνατο

ή πως θα του ξυπνούσε τη ζωή

 

Κατάρα ζυμωμένη με το παρόν

στο λευκό τής καρδιάς μου συντρίβεται

Κατάρα φερμένη από την αμαρτία

τη λόγχη τού Θεού μου βρίσκει κατάστηθα

 

Η νίκη που γιγαντώνεται

προμηνά την Ανάσταση

το μέλλον λευκαίνοντας

για τις γενεές τις ερχόμενες

 

(«Ποιήματα τού Βάλτου», 2013, Ηλίας Τσάπες, «Εκδόσεις Γαβριηλίδης». Στην έκτη συλλογή «Παλιά και Σύγχρονα», 2017, καθιερώθηκε το ψευδώνυμο Η. Ελλάνικος)

 

Παιδικά χρόνια δεν έζησα. Αναλαμπές από την εφηβεία δεν ήταν αρκετές για να προσδιορίσουν αυτήν την ηλικιακή περίοδο. Τότε που, παιδί, φρόντιζα  ζώα, σε συνθήκες άγριες, στον κάμπο τού χωριού και υπάλληλος τής Δ/νσης Γεωργίας μού έλεγε, βλέποντας ανθρώπους και ζώα στη λάσπη, πως πρέπει να γράφω καλές εκθέσεις στο σχολείο.

Αυτό, βέβαια, δεν γινόταν, αφού νους και ψυχή ήταν σε χαώδη κατάσταση, άρχισα, όμως, να γράφω στίχους, μόλις η ακαδημαϊκή ελευθερία μού χτύπησε την πόρτα. Εκείνη την εποχή ξεκίνησε ο αδυσώπητος αγώνας με τους Δαίμονές μου. Ήθελα, εξάπαντος, να σώσω τη γλώσσα την ελληνική, που ταύτιζα με τον ίδιο τον εαυτό μου, και να την τιμήσω.

Εκείνο, όμως, που προείχε, ήταν να βγω από την «Κατάρα αιώνων» – ο τίτλος τού ποιήματος – και να αποτυπώσω την υφή αυτής τής Κατάρας, την αιτία τής δυστυχίας που έφερνε. Το δίχως άλλο ο Θάνατος είχε εγκατασταθεί στα βάθη τής οντότητάς μου κι αν ήθελα να ζήσω, έπρεπε να βουτήξω σ’ αυτά  και να βγω πάλι στο φως, νικητής.

Δεν υπάρχουν μάχες πιο οδυνηρές απ’ αυτές που γίνονται μέσα στην ανθρώπινη φύση. Όταν τον εχθρό τον έχεις απέναντι, μπορείς να τον αντιμετωπίσεις πιο εύκολα. Αλλ’ όταν εκείνος, αόρατος, άυλος,  σ’ έχει ποτίσει και δεν τον βλέπεις αλλά νιώθεις ότι σε πνίγει, τότε πώς και ποιον να πολεμήσεις. Η σιδερένια σωματική υγεία με κράτησε ζωντανό.

Μου πήρε μια ζωή να παλεύω τα σκοτάδια αυτού τού κόσμου, ν’ αφήσω τα χνάρια απ’ αυτόν τον αγώνα, σε στίχους κι αράδες πολλές, αυτής τής τρικυμισμένης εποχής. Ξεκίνησα με ποιήματα σαν αυτό στην αρχή και στο τέλος τού κειμένου. Το φως που αναζήτησα, πεισματικά, δίχως παραίτηση,  σ’ αυτήν τη  δαιδαλώδη κατάσταση, με έσωσε.

Ήταν η ώρα να επιλέξω τι ζωή ήθελα, με ποιες δυνάμεις να ταχθώ, ποιες να παλέψω, για να γίνω ο εαυτός μου. Εκείνο που διαπίστωσα είναι πως το Σκοτάδι μπορεί, κατά βάση, να είναι δομικό στοιχείο τής υπόστασης τού ανθρώπου αλλά αυτό που μας δικαιώνει και στο οποίο μας προτρέπει η φυσική Ηθική είναι το Φως. Ξεκίνησα την αναζήτηση σε κάθε πεδίο.

Ήδη, η Τέχνη με έβγαζε από το Βάλτο, όπου γεννήθηκα και με οδηγούσε μακριά από το τραχύ Σκότος, από τα πέτρινα χρόνια τής ζωής μου –  η Ελλάδα ήταν και είναι «η χειρότερη χώρα να είσαι παιδί», τα βιώματα δυστυχίας των νέων το φανερώνουν – ενώ το Φως που, εν σπέρματι, στα εσώτερα διαβιούσε, σαν από άλλο κόσμο, έδινε διέξοδο και ελπίδα.

Μού πήρε καιρό να βγω από τον «Κύκλο τού Χειμώνα», όπως χαρακτήρισα με λέξεις την κατάσταση Χάους, όπου βρισκόμουν. Δεν θα κατόρθωνα τίποτε, με τόση νύχτα συσσωρευμένη – λες και οι αμαρτίες όλης τής Γης είχαν πέσει πάνω μου – αν η ευλογία τής ελευθερίας τού χρόνου, στα πανεπιστημιακά χρόνια,  δεν ερχόταν ευεργετική.

Από τότε, λοιπόν, στη δεκαετία τού ’80, σκεφτόμουν το ψευδώνυμο  «Ηλίας Ελλάνικος» για τα υπό έκδοση ποιήματα. Κι εγώ να βάλω το λίθο, ένας από τους πολίτες, σε μια νίκη τής Ελλάδας στο μέλλον. Πού να ξέρω ότι, σαν ήρθε η ώρα, θα με τριγύριζαν τα κόμπλεξ των ανθρώπων και δεν θά ’χα χρόνο ν’ ασχοληθώ με αυτά και να τα αντιμετωπίσω.

  Πού να ξέρω ότι στην Ελλάδα οι Ηγέτες-παρωδία θα έκαναν μια μέρα ό,τι περνούσε από το χέρι τους να την πουλήσουν. Φίλοι εκείνοι με τους εχθρούς να κοιτάνε τα συμφέροντά τους. Πού να ξέρω ότι οι Αρχηγοί, με τους εχθρούς παρέα, …χαίρονται, διασκεδάζουν και σχεδιάζουν! Ότι μισούν εμάς που τους δώσαμε …δουλειά κι εξουσία στη Χώρα.

  Όλη η νεότητα – και όχι μόνον – αναλώθηκε σε αγώνες ενάντια στη Νύχτα που κατέτρωγε τα χρόνια μου. Δεν έζησα! Έμεινα, όμως, όρθιος και τότε βίωσα μια πρώτη νίκη τού Φωτός. Τότε, αισθάνθηκα ότι ανδρώθηκα. Τότε, κατάλαβα πως το Κενό, πριν την ενηλικίωση, δεν ήταν μονάχα υπαρξιακό, ούτε μόνον οικογενειακό-κοινωνικό αλλά, κατεξοχήν, Πολιτικό.

Δεν κουβαλάμε μόνο το φυσικό αλλά, κυρίως, το ιστορικό βάρος από ντόπιες και ξένες Τυραννίες. Γι’ αυτό η φτώχεια, γι’ αυτό ο Φόβος τρέφεται από τους Τυράννους. Δεμένοι στο ζυγό τους να πιστεύουμε ότι δυνάμεις …εξωκοσμικές φταίνε για μας, ότι με αυτές πρέπει να παλέψουμε, δηλαδή με Φαντάσματα, όχι με τους γύφτους Βασιλείς τής Γης.

Το μυαλό άρχισε να καθαρίζει, τα βιβλία βοήθησαν σ’ αυτό καθοριστικά, η Γνώση, που σήμερα χάνεται, έχτισε αυτό που έγινα κι ας είμαι δυστυχής, γιατί δεν χάρηκα το μέγιστο αγαθό, δεν σ’ αφήνουν, δηλαδή, να ζήσεις, όσοι κρατούν τη Χώρα σε σουλτανικές Εξουσίες, όσοι κλέβουν, τώρα, τη γη, τον αέρα, το φως και μας ρίχνουν σε νέα σκλαβιά.

Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που επιλέγουν το σκοτάδι – ποικίλουν οι μορφές του – γι’ αυτούς και …για μας! Μάλλον, γιατί είναι αδύνατο να βρουν φως στην εγωπάθεια και στην απληστία  τους και γι’ αυτό σαν Λύκοι πέφτουν πάνω σε άλλους ανθρώπους να τους πάρουν τη ζωή, τα …παιδιά, τον ιδρώτα τής δουλειάς, να φέρουν αίμα, πόλεμο, μαυρίλα.

Από τέτοια σκοτάδια βγήκαν οι πατεράδες μας, παιδιά στα χρόνια τής ανέχειας και τής ιταλο-γερμανικής θηριωδίας. Είχε προηγηθεί η οθωμανική δουλεία, όπου «όλα τά ’σκιαζε…» ο Φόβος! Αυτά δεν μένουν στο παρελθόν. Από γενιά σε γενιά φτάνουν στις μέρες μας. Η Κατάρα, κυρίως, ανθρώπινη, ως αποτέλεσμα σκοτεινών δράσεων τού ανθρώπου.

Οι πολλοί να πασχίζουμε να βγούμε στο φως, οι Λίγοι να μας εμποδίζουν. Νά ’χουμε το βάρος τής ύπαρξής μας – που από μόνη της είναι μια …Τραγωδία, όταν τη συνειδητοποιείς! – να μας επιτίθενται και οι βάρβαροι των Εξουσιών ώστε να μην έχουμε στον ήλιο μοίρα. Εκείνοι να θησαυρίζουν, οι Τράπεζές τους να είναι γεμάτες, ο πολύς Λαός να φυτοζωεί!

Δεν έζησα! Η μοίρα καθορίζεται άνωθεν, ήτοι εκ τής Εξουσίας, κι από τα παιδικά-εφηβικά  χρόνια. Τότε που είμαστε άοπλοι, μπρος στο κακό. Ευαίσθητοι, αδύναμοι, εκ φύσεως, να κατανοήσουμε, την αιτία των αρνητικών, ιδίως, φαινομένων. Τότε, που μας διαμορφώνουν με φως ή σκοτάδι, ανάλογα. Οι …πολιτικές τής Οικογένειας, της Κοινωνίας, της Πολιτείας.

Αν υπάρχουν, είμαστε τυχεροί. Αν γεννηθήκαμε στη λάσπη, σαν τα άγρια ζώα, θα μας σημαδέψει αυτό ως το τέλος τής ζωής. Αν την παλέψουμε, ίσως βρούμε κάποια κομμάτια του εαυτού μας να ζήσουμε. Ίσως, λίγη ευτυχία, αν είμαστε τυχεροί. Και ζούμε σε Χώρα που δεν μας πολεμά από τα γεννοφάσκια, από το πρωί ως το βράδυ και …ως το Θάνατο!

Αυτό έκαναν οι νεο-Σουλτάνοι Έλληνες στους πατεράδες μας, αυτό κάνουν και σε μας. Δεν μας αφήνουν να …δούμε, μην πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας – τη θέλουν δική τους! – μην πάρουμε κι αυτά που μάς κλέβουν. Τρέμει ο Διάβολος την Επανάσταση. Τη Δικαιοσύνη, τον Πολιτισμό. Γι’ αυτό, διακαώς, κατακτά τις Εξουσίες. Εκεί βρίσκει καταφύγιο και σωτηρία.

Πολιτική για παιδιά! Αυτή η φράση, χρόνια, γύριζε στο μυαλό μου, όταν, καθηγητής ων, η Εκπαίδευση είχε γίνει μέρος τής ζωής. Μετά το Πανεπιστήμιο, ο Στρατός και ο αγώνας τής επιβίωσης, ακολούθως. Να μάχεσαι να δώσεις φως στους μαθητές σου και να μην σ’ αφήνουν. Όλα τα σκοτάδια των ανθρώπων που λυμαίνονται την Εκπαίδευση!

Οι Επάνω να μη θέλουν Παιδεία προχωρημένη. Να μη θέλουν τη νεολαία χαρούμενη. Να μη θέλουν η Γνώση να βρίσκεται πάνω από αυτούς. Τίποτε να μην βρίσκεται πάνω από την Εξουσία! Κι αν αυτοί είναι αγράμματοι και αρχομανείς και δεσπότες ανθρώπων και ζώων να μείνουμε κι εμείς οι ενήλικες και οι νέοι, όλοι από …κάτω! Να μην πετάξει κανείς ποτέ!

Πολιτική για παιδιά. Οι καθηγητές Πανεπιστημίου, Παντελής Κυπριανός και Νεκτάριος Στελλάκης, μού θύμισαν ένα παλιό όνειρο. Εκείνοι μού έδωσαν το έναυσμα για το τωρινό κείμενο. Με άρθρο στο Θεσπρωτικό Παλμό, «Είναι η Ελλάδα η χειρότερη χώρα να είσαι παιδί;», 29-3-2023, μιλάνε για τη μοίρα των παιδιών στον τόπο μας.

Με αναφορά σε εκπρόσωπο τής UNICEF, που προειδοποίησε ότι «ρισκάρουμε εθνικό τραυματισμό», αφού δεν υπάρχει ατζέντα σε θέματα ποιότητας υπηρεσιών εκπαίδευσης, υγείας, κοινωνικής προστασίας, επίσης, σε θέματα κουλτούρας και πεποιθήσεων και με την Ελλάδα …τρίτη σε παιδική φτώχεια, κάτω των 18 ετών, μετά τη Ρουμανία και Βουλγαρία!

  Κάποτε είχαμε άγνοια, απομονωτισμό, στέρηση αγαθών, τώρα, στη Χώρα που κατηφορίζει αντί να πάει τ’ αψήλου, προστέθηκαν άλλα κουσούρια. Δεν ακούει κανείς! Ενδιαφέρονται οι ξένοι, εμείς …ριγμένοι με τα μούτρα στην ατομική αποκατάσταση. Είναι τόσα τα φοβερά, που κάνουν εύκολη την απάντηση – και την αιτιολόγηση – στο ερώτημα των καθηγητών.

Η Χώρα μας είναι η χειρότερη να είσαι παιδί – ενήλικας και γέροντας – γιατί έχει τις χειρότερες ηγεσίες στην Ευρωζώνη! Αντί να σηκώσουν τα νιάτα από τη θλιβερή τους κατάσταση, τα οδηγούν, δίχως αυτοκριτική, σε …εξορία και ολοκαυτώματα! Ηγεσίες που, δίχως τσίπα, εκμαυλίζουν και εποφθαλμιούν τους Θεσμούς. Κοιτώντας εαυτές και Σινάφια.

Ποιος να ασχοληθεί με… παιδιά! Με ψυχολογία, νου, υγεία! Με το ρόλο τής Διατροφής στην ευτυχία και εξέλιξη! Ποιος να ξοδέψει λεφτά για ενημέρωση, αποφυγή λαθών, κινδύνων, για πάμπολλες υποδομές άθλησης. Υπάρχουν …άλλες προτεραιότητες!

Ποιος να τα προστατέψει, με κρατικούς ελέγχους, από ακατάλληλες τροφές, οθόνες ρηχές, κακοποιητικές συμπεριφορές; Έργο πράττοντας για  παιδιά, όχι για Ισχυρούς αλλά για τους γονείς, από την κυοφορία ακόμη τού Εμβρύου, το Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό.

Αντ’ αυτού, οι Επάνω …επενδύουν σ’ αυτά! Αφήνουν την Εκπαίδευση στην τύχη. Κάνοντας μόνο τα στοιχειώδη που υποχρεώνει η Πολιτεία. Διαφορετικά, θα τα φόρτωναν κι άλλο. Διότι ο Διάολος διαιωνίζεται, αν κάνει Κατοχή στα μυαλά και τις Ψυχές των παιδιών.

Άνθρωποι, κάθε είδους, αδειάζουν μέσα τους το φόβο, καταπιέσεις, τοξικά. Να σπείρουν κακό ή και θάνατο στο μέλλον παιδιών, εφήβων, σπουδαστών. Τύραννοι, μικροί και μεγάλοι! Φέρνοντας όχι την Άνοιξη στον κόσμο τής ανήλικης ύπαρξης  αλλά βαρύ Χειμώνα.

Ό,τι, δηλαδή, υποχρέωσε τον γράφοντα, στα χρόνια τής πρώτης νεότητας, – η πάλη με το Σκότος και το λιγόστεμά του δεν τελειώνει ποτέ, η μοίρα τού Ανθρώπου – να κάνει ένα πρώτο απολογισμό τής ζωής του και να γράψει το παρακάτω αυτοβιογραφικό ποίημα.

 

Ελπίζοντας

 

Ελπίζοντας στη νέα σπορά

στο πέταγμα των πουλιών

πάνω απ’ τον τρικυμισμένο καιρό

και στη νέα γένεση ελπίζοντας

δεν παραδόθηκα στο θάνατο

 

Στον κόσμο αυτό σαν μπήκα τον παιδοκτόνο

στένεψε ο μικρός μου κήπος – του θανάτου

την κρύα ανάσα ένιωσα – το γέλιο

δεν φώτιζε τη γη μου πια κι απόμεινα

ένα αγγείο ακάλυπτο στις πέτρες

που έδεναν μέσα σ’ αυτό την Άνοιξη κι απέξω

ζωγράφισαν τα μαύρα σήματά τους οι τερατόμορφοι

Έβλεπες τότε    το φίδι να δαγκώνει πεταλούδα

την αράχνη να γεύεται μέλισσα

τον άνεμο να φυλακίζει χελιδόνια

 

Στον ευάλωτο τόπο τού μικρού περιβολιού

εύκολα ο Θάνατος αποθηκεύει το φορτίο του

κι ετοιμάζοντας άφοβα νέα σπορά

κερδίζει την αιωνιότητα

(«Ποιήματα από τον κύκλο τού Χειμώνα», 2009,  «Εκδόσεις Γαβριηλίδης»)

 

Σημ. Ηλίας Ελλάνικος: λογοτεχνικό ψευδώνυμο τού Ηλία Τσάπε, εκπαιδευτικού.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *