Κε Πρωθυπουργέ, το ιστορικό και εγκαταλελειμμένο Σούλι, θέλει τη βοήθεια του κράτους…

Share Button

Του π. Ηλία Μάκου

Κε Πρωθυπουργέ με την ευκαιρία της παρουσίας σας στην ακριτική Θεσπρωτία, θέλουμε να επισημάνουμε ότι επί χρόνια η θυσία των ηρωικών Σουλιωτών είναι ξεχασμένη, όπως και η συμβολή τους στον ξεσηκωμό των Ελλήνων, αλλά και η συμμετοχή τους στην Επανάσταση του 1821. 

Πέρα και πάνω από τις τοπικολογίες, τις λεπτολογίες και τις έριδες, είναι αλήθεια ότι  το πυρ, που εξερράγη στο Σούλι, χρόνια νωρίτερα,  ψυχολογικά και ουσιαστικά, προετοίμασε και εδραίωσε την Επανάσταση του 1821, κατά την οποία οι Σουλιώτες μπορεί να ήταν καθημαγμένοι, ωστόσο όρθιοι, με τα όπλα θερμά.

Και ήρθε η επέτειος, το 2021, για τα 200 χρόνια από τον ξεσηκωμό του ’21, για να θυμίσει τη γενναιότητα των Σουλιωτών και την ματωμένη πολύτιμη συνεισφορά τους στην αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού.

 

Και να αποτελέσει αφορμή να δρομολογηθούν και μερικά έργα, έστω και λίγα σε πρώτη φάση, για την αναστήλωση του ιστορικού χώρου του Σουλίου, που είναι διαχρονικά πλήρως εγκαταλελειμμένος και παραδομένος στην αδιαφορία και στην αφάνεια, ενώ θα μπορούσε να αποτελεί σημαντικό ιστορικό τουριστικό προορισμό.

Όμως χρειάζονται άμεσες και γενναίες παρεμβάσεις στα Σουλιοτοχώρια, που και τους μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι, αν και λίγοι έχουν απομείνει και απομονωμένοι είναι, ωστόσο φυλάνε “θερποπύλες”, θα ανακουφίσουν και τον τουρισμό θα ενισχύσουν στην περιοχή, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την οικονομική ανάπτυξη του τόπου, αλλά και την διατήρηση της τόσο σπουδαίας σουλιώτικης ιδέας.

Κε Πρωθυπουργέ, το ιστορικό Σούλι, που ρημάζει, θέλει τη βοήθεια του κράτους και υψώνει κραυγή αγωνίας…

Εξάλλου η λησμονιά τόσων και τόσων δεκαετιών  ευνόησε σε μερικές περιπτώσεις την παραχάραξη της ηρωικής πορείας των Σουλιωτών.

 

Μάλιστα από κάποιους ιστορικούς (στην Αλβανία κυρίως, αλλά και στην Ελλάδα), χαρακτηρίζονται ως Αλβανοί, αν και γνήσιοι Ορθόδοξοι Έλληνες, που μιλούσαν και την αρβανίτικη διάλεκτο (ούτως η άλλως οι όροι Αλβανός και Αρβανίτης δεν ταυτίζονται) , ενώ επίσημη γλώσσα τους ήταν η ελληνική.

 

Στην Αλβανία  ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Κίτσο Τζαβέλλας και άλλοι Σουλιώτες πολέμαρχοι,   προβάλλονται σαν Αλβανοί, από ακραίους κατά κανόνα, που, όμως έχουν επηρεάσει ως ένα βαθμό και την επίσημη ιστοριογραφία της γειτονικής χώρας, και “λανσάρουν”  διάφορου αστήρικτους και ανακριβείς και ανυπόστατοι ισχυρισμούς  περί των Σουλιωτών.

Στο μεταξύ υπάρχουνΈλληνες ιστορικοί (παλαιότεροι, αλλά, κυρίως, σύγχρονοι), που εκφράζουν αμφισβητήσεις και αμφιβολίες για ορισμένα γεγονότα του Σουλίου.

 

Όπως, παραδείγματοις χάριν, για το χορό του Ζαλόγγου, ισχυριζόμενοι ότι  οι Σουλιώτισσες δεν αυτοκτόνησαν χορεύοντας, αφού προηγουμένως έσπρωξαν στο θάνατο τα μικρά παιδιά τους,.

 

Τους διαψεύδει, όμως, η μαρτυρία   του αυτόπτη Τούρκου Σουλεϊμάν αγά, αξιωματικού του Αλή πασά, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του “Imbraim Manzour effend” (Παρίσι 1828): «…Πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, που τα βήματά του τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωισμός και η αγωνία του θανάτου τόνιζε τον ρυθμό του… Στο τέλος των επωδών, οι γυναίκες έβγαζαν μια διαπεραστική και μακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλαλός της έσβηνε στο βάθος ενός τρομακτικού γκρεμού, όπου ρίχνονταν μαζί με όλα τα παιδιά τους».

 

Ακόμη η ανατίναξη του Κουγκίου δεν είναι μυθοπλασία, αλλά πραγματικότητα, που περιγράφεται σε μαρτυρίες της εποχής, με σημαντικότερη αυτή του Πουκεβίλ.

 

Αλλά επιβεβαιώθηκε και από ανασκαφές το 1962. Μπορεί να μη βρέθηκαν τα οστά του καλόγηρου Σαμουήλ και των συντρόφων του, αφού η φωτιά τα μετέτρεψε  σε στάχτη και σκόνη, όμως ανακαλύφθηκαν ερείπια του ναού της Αγίας Παρασκευής και διάφορα αντικείμενα, μεταξύ των οποίων και ένα λιωμένο βαρίδι, με το οποίο ζυγιζόταν η πυρίτιδα.

 

«Τα γενόμενα στο Σούλι είναι  θαύμα Θεού». Η επιγραμματική αυτή φράση, το νόημα της οποίας  νιώθει κανείς ως μυρωμένη πνοή του χθες στο σήμερα, έστω και αν βρεθεί  λίγες στιγμές στον ιστορικό τόπο, δεν ανήκει σε Έλληνα επαινέτη και θαυμαστή της δόξας των Σουλιωτών, αλλά στο Γενικό Προβλεπτή των Ενετών στα Επτάνησα, που την έγραψε, το 1772, είκοσι σχεδόν χρόνια  πριν ο Αλής επιτεθεί στο Σούλι. Tότε 600 άνδρες του Σουλίου αντιπαρατάχθηκαν απέναντι σε 12.000 Αλβανούς και τους νίκησαν.

 

Ακριβοπληρωμένος ο αέρας του ηρωισμού πάνω στα μέρη του Σουλιού, όπου στηλίτες ασκητές της λευτεριάς, άξιοι για αιώνιο έπαινο, σε αντίθεση με εμάς τους σύγχρονους, που δε λογαριάζουμε ολότελα τιμή και αξιοπρέπεια, μες της ανήκουστης σκλαβιάς το χειροπιαστό σκοτάδι, έκαναν να καίει ζωηρή η φλόγα σ’ αυτό το βουνίσιο βωμό, όπου το αδούλωτο φρόνημα και ανίκητο ήταν και άπαρτο και σεβαστό και ιερό. Έδρασαν αποφασιστικά στην ξερή και άγονη και τραγικά μεγαλοπρεπή αυτή γωνιά της ελληνικής γης,  όπου εμπνεύστηκαν, μετουσίωσαν και ενσάρκωσαν τον φωτερότερο απ’ όλους τους σκοπούς τους, αυτόν της λευτεριάς.

 

Και από των πυρωμένων βράχων τη λαμπράδα μίλησαν εύγλωττα, με τη γλώσσα των όπλων, ποιοι και από ποιους ήταν και σε τι απέβλεπαν.

 

Ο χρόνος άφησε την πατημασιά του πάνω στον κακοτράχαλο τούτο βράχο, που η γραμμή του ακουμπάει δυνατά στον ουρανό, φορτωμένη ερειπωμένα αρχοντικά, μισογκρεμισμένα, αλλά και ορθά, σαν τους λαβωμένους Σουλιώτες πολεμιστές, που δεν άφηναν παρά νεκροί τον αγώνα. Τυλιγμένα στην αχλύ του θρύλου και της σιωπής, έχουν αποθέσει στους αιώνες τα μυστικά τους.

 

Λιθάρια μαυρισμένα από τις μπόρες και τη φωτιά, θυμίζουν στον επισκέπτη, πως εδώ κάποτε κατοικούσαν γίγαντες, πως η ιστορία του Σουλιού, υπήρξε και θα υπάρχει.

 

Ανήκει στη σφαίρα του τραγουδιού, ως ύμνος ανδρείας, ως συνώνυμο της λεβεντιάς, της ευψυχίας, της ευτολμίας, της αυταπάρνησης μέχρι θανάτου για τη θεϊκιά κι όλο αίματα πατρίδα.

 

Σε εποχές ηθικών κατεδαφίσεων και δεινής καταλυτικής κατάπτωσης, κάθε προσκύνημα στο Σούλι, εδώ, όπου το όνειρο συναντήθηκε με το θαύμα, εδώ, όπου οξύνεται το πνεύμα και λεπτύνεται η ψυχή με αμόνι την εθελοθυσία και τον πόνο, καταυγάζει και ενθαρρύνει  τις πράξεις μας και μας τειχίζει με σθένος στις επάλξεις του χρέους.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *