Οι Σκοπιανοί δεν θεωρούν φίλους τους Έλληνες, αλλά ούτε και εχθρούς!

Share Button

Του π. Ηλία Μάκου

Παρ’ ότι η Ελλάδα αποδεικνύεται καλή γείτονας για τα Σκόπια (Βόρεια Μακεδονία, σύμφωνα με την περιλάλητη “Συμφωνία των Πρεσπών”), υποστηρίζει την ευρωπαϊκή τους προοπτική, με την προϋπόθεση ότι δεν προβάλλουν αλυτρωτικές διαθέσεις, πολλές ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται εκεί, οι εμπορικές σχέσεις  έχουν αναπτυχθεί,  μόλις το 0,3 των Σκοπιανών θεωρούν την χώρα μας φιλική, σύμφωνα με στοιχεία της πρόσφατης έρευνας του “Ευρωβαρόμετρου 2022”.

Στο ερώτημα ποια χώρα είναι πιο φιλική προς τα Σκόπια, το 37% των συμμετεχόντων στην έρευνα απάντησε η Σερβία, το 11,4% οι ΗΠΑ, το 8,5% η Τουρκία  και το 8,1% η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Την ίδια στιγμή, όμως, και αυτό είναι αντιφατικό, ένα πολύ μικρό ποσοστό Σκοπιανών, που ανέρχεται στο 0,9%, λέει ότι η Ελλάδα αποτελεί  απειλή για τα Σκόπια. Την πρώτη θέση στις  χώρες, που αξιολογούν σαν τη μεγαλύτερη απειλή οι Σκοπιανοί είναι η Βουλγαρία με ποσοστό  27,6%, η οποία μπλοκάρει, για τους δικούς της εθνικούς, ιστορικούς και γλωσσικούς λόγους, που υφίστανται από παλιά, την ένταξη των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ενώ στις Ελληνο-Σκοπιανές σχέσεις δεν υπάρχει αυτή την περίοδο ένταση,  το λεγόμενο “Μακεδονικό” ως πρόβλημα παραμένει ανάμεσα στις δύο χώρες, όχι, βέβαια, με τις εκρηκτικές διαστάσεις του παρελθόντος.  Αυτή την περίοδο είναι σε ύφεση και  λόγω των  συνθηκών με τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς και άλλων γεωστρατηγικών ζητημάτων  στην περιοχή.

Παρά τη “Συμφωνία των Πρεσπών”, που έχει ατονήσει, η επίσημη Σκοπιανή προπαγάνδα, που δεν έπαψε να κάνει χρήση του όρου “Μακεδονία” σαν ονομασία του κρατιδίου,  εξακολουθεί, άλλοτε συγκεκαλυμμένα και άλλοτε απροκάλυπτα,  την απόπειρα για φαλκίδευση της ελληνικής ιστορικής ταυτότητας των Μακεδόνων και την αλλοτρίωση της μακραίωνης πολιτιστικής τους κληρονομιάς, μέσα από την διαστρέβλωση και τον συστηματικό σφετερισμό.

Και πολύ σωστά πρόσφατα, όταν κάποιοι ζήτησαν τη χρήση του όρου “μακεδονική” γλώσσα στην Ελλάδα, διασαφηνίστηκε ότι οι Μακεδόνες, δηλαδή οι Έλληνες κάτοικοι της Μακεδονίας, δεν συνδέονται με κανέναν τρόπο με αυτό το σλαβικό γλωσσικό ιδίωμα.

Αν και για την ελληνική πλευρά είναι πλαστή και η “Μακεδονική” εθνότητα και η “Μακεδονική” γλώσσα, οι Σκοπιανοί εξακολουθούν, να χρησιμοποιούν επίσημα τους όρους αυτούς.

Στην περιοχή των σημερινών Σκοπίων από το 1913, που απελευθερώθηκε από τους Τούρκους, μέχρι και στην εποχή μας, αλλοιώθηκε ο ελληνισμός, και  με αλχημείες δημιουργήθηκε μέσα από την πολυμορφία, την  πολυγλωσσία και την πολυεθνικότητα, μια καινούργια  εθνότητα, η “μακεδονική”, που ομιλεί την   “μακεδονική” γλώσσα.

Ανατρέχοντας στην ιστορία, η τουρκική απογραφή του Χιλμή πασά έδειξε ότι κατοικούσαν εκεί στις αρχές του 20ου αι.  423.000 Μουσουλμάνοι (Τούρκοι και Αλβανοί), που εκπροσωπούσαν το 41.7% του όλου πληθυσμού, 259.000 Έλληνες, δηλ. το 27.3% του όλου πληθυσμού, 178.000 Βούλγαροι, δηλ. το 18,81 του όλου πληθυσμού, 13.150 Σέρβοι, δηλ. το 1.39% του όλου πληθυσμού και 73.000 διάφοροι άλλοι, δηλαδή το υπόλοιπο 7.72 %του όλου πληθυσμού.

Στις ημέρες μας (στοιχεία τελευταίας  απογραφής του 2002)  το 64% του πληθυσμού εμφανίζεται σαν “Μακεδόνες”, ενώ οι Έλληνες (κυρίως Βλάχοι και Σαρακατσάνοι) μετρούνται μόλις στο 0,5%.

Εξάλλου από τα πράγματα επιβεβαιώνεται πόσο αναγκαία ήταν η απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να δώσει, το Μάιο του 2022, νομιμότητα, μέσω της ευχαριστηριακής κοινωνίας, στην Ορθόδοξη Εκκλησία των Σκοπίων, με το όνομα Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, ώστε  να ακολουθήσει απερίσπαστη την πνευματική και ποιμαντική της αποστολή, μακριά από αλλότριες επιδιώξεις.

Αυτή η ομαλοποίηση της κατάστασης και η έξοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας των Σκοπίων  από την απομόνωση, είναι ένα βήμα και για την απαγκίστρωσή της  από πολιτικές σκοπιμότητες και  αλυτρωτισμούς του κράτους. Μπορεί να μην έχει επιτευχθεί ακόμη πλήρως, ωστόσο ο δρόμος είναι ανοιχτός.

Η Ορθοδοξία πάντοτε διακηρύττει ότι η ειρήνη, η αγάπη και η αδελφοσύνη είναι οι βασικές ενέργειες για ένα καλύτερο και ελπιδοφόρο μέλλον. Με την καλλιέργειά τους ακόμη πιο πολύ και πιο συνειδητά, θα μπορούν να ξεπεραστούν οι διαφορές και οι ακρότητες και να απομονωθούν ενέργειες, που βάζουν σε κίνδυνο τη συνύπαρξη.

Πλέον η Εκκλησία των Σκοπίων, η οποία προσέτρεξε η ίδια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, λειτουργεί σε ενότητα με το Κέντρο της Ορθοδοξίας.

Εκτός κανονικότητας, μη αποδεκτή από οποιαδήποτε άλλη Εκκλησία και εξαρτώμενη αποκλειστικά από την κυβερνητική δομή των Σκοπίων,  που ουσιαστικά τη δημιούργησε, αναπαρήγαγε, υποκινούμενη, καταστάσεις αμφισβήτησης της ελληνικότητας της Μακεδονίας.

Για παράδειγμα, είχε δημιουργηθεί στα Σκόπια Επισκοπή Πολυανής, παραπέμποντας άμεσα και έμμεσα στην ελληνική Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου!

Η αναγνώριση της Εκκλησίας των Σκοπίων, με  συγκεκριμένο σχήμα και  ειδικές προϋποθέσεις, ήταν μια κίνηση “ματ”, που προλαβαίνει  δυσάρεστες καταστάσεις ως προς την εκκλησιαστική συνοχή, αλλά συμβάλλει και στην οικοδόμηση ενός κλίματος αποκλιμάκωσης των ανεξέλεγκτων ενεργειών  και στη δημιουργία μιας γέφυρας συνεννόησης.

Πλέον, η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, που  καλύπτει εκκλησιαστικά ολόκληρη τη χώρα και έχει ενιαία μορφή,  δεν είναι διασπαστικός, αλλά σταθεροποιητικός παράγοντας στο χώρο της Ορθοδοξίας. Και αν διατηρεί ακόμη κάποιες εθνικιστικές θέσεις, σιγά-σιγά θα απαλειφθούν.

Και όσοι τυχόν διαφωνούν, αξιολογώντας με προκαταλήψεις τα πράγματα, με την απόφαση του Οικουμενικού  Πατριαρχείου,  να ξέρουν ότι για να μπορεί το μάτι να συγκρατεί το χρώμα, πρέπει πρώτα αυτό το ίδιο να είναι γυμνό από κάθε χρώμα.

Σε μια εποχή, που όλα χρωματίζονται, είναι ανάγκη το κοίταγμά μας στα γεγονότα να είναι μακρόπνoo.

Πηγή: Εφημερίδα POLITICAL

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *