Του π. Ηλία Μάκου
Απόγευμα ήταν. Κατευθυνθήκαμε σε μια εκκλησία, για να συναντήσουμε τον εφημέριο. Έλειπε… Οι πόρτες του ναού ανοιχτές. Αφού ήρθαμε, ας προσκυνήσουμε συλλογιστήκαμε.
Μέσα στο ναό είδαμε έναν νεαρό, που ο λαιμός του ήταν γεμάτος τατουάζ (δερματοστιξίες επί το ελληνικότερο), γονατισμένο να προσεύχεται μπροστά στην εικόνα του Χριστού στο τέμπλο.
Αν τον βλέπαμε σε άλλο χώρο, κρίνοντας επιφανειακά, θα τον προσπερνούσαμε, ενδεχομένως, αδιάφορα…
Όμως, συνομιλώντας για λίγο μαζί του, διαπιστώσαμε ότι ήταν μια συμπαθητική φυσιογνωμία, ένα πολύ ωραίο τυπάκι, και ότι πραγματικά πίστευε και αληθινά επιζητούσε το Χριστό, και όχι επιφανειακά, όπως το κάνουμε πολλοί από εμάς.
Την ίδια στιγμή μας ήρθαν, με αρνητική φόρτιση, στο μυαλό τα λόγια κάποιου μάλλον υποκριτή πιστού (πλεονάζουν αυτοί), που μας έλεγε ότι «οι νέοι με τατουάζ δεν έχουν θέση στην Εκκλησία»!
Και αναρωτηθήκαμε η Εκκλησία τι πρέπει να κάνει για όλους αυτούς τους νέους με τα τατουάζ, που ούτως ή άλλως έχουν δικαίωμα να επιλέξουν τι θα κάνουν με το σώμα τους;
Να τους κατηγορήσει και να τους απορρίψει για την επιλογή τους, αφού η αποτύπωση οποιουδήποτε συμβόλου επί του σώματος των πιστών είναι από τον 8ο αιώνα χαρακτηρισμένη και καταδικασμένη ως ειδωλολατρικό έθιμο και ως πρακτική των βάρβαρων λαών; Να τους απωθήσει, να τους σπρώξει μακριά της, να τους “γκρεμίσει”;
Ή να τους σεβαστεί, να τους αγκαλιάσει και να τους μιλήσει για τις βαθιές εσωτερικές χαρές, να τους πείσει να ζήσουν τις ομορφιές της, να τους αποδείξει ότι η πίστη δίνει το στεφάνι το αμάραντο σ’ εκείνους, που την έχουν στην καρδιά τους;
Σαφώς και το δεύτερο. Να τους απλώσει με αγάπη το χέρι, να τους στηρίξει να βρουν την ευτυχία όχι στα τατουάζ, αλλά στα σύμβολα και τους συμβολισμούς του Χριστού.
Να τους ωθήσει να γίνουν καινούργιοι άνθρωποι. Να στήσουν νέα φρούρια μέσα τους, νέους πύργους, νέους φάρους. Όχι με εξωτερικά σφραγίσματα, αλλά με εσωτερικές λυτρωτικές σφραγίδες.
Να δημιουργήσουν νέες αρχές, νέους πόθους, νέες ελπίδες, νέους προσανατολισμούς.
Όταν ο αείμνηστος Χριστόδουλος απηύθυνε το κάλεσμα προς τους νέους: «Ελάτε, όπως είστε», είχε πολύ δίκαιο.
Είναι χίλιες φορές προτιμότερο να πλησιάζουν οι νέοι την Εκκλησία, όπως είναι, και, μέσα από αυτή, να γίνονται, με τη δική τους ελεύθερη και συνειδητή επιλογή, αυτοί, που πρέπει να είναι. Παρά να αισθάνονται ξένοι και απομακρυσμένοι από αυτή.
Όταν τον διώχνεις από κοντά σου τον νέο, ούτε τον αλλάζεις, ούτε τον κερδίζεις, ούτε τον σώζεις. Όταν, όμως τον πιάνεις στοργικά και τρυφερά από το χέρι και του δείχνεις την πορεία και τον αφήνεις να καταλάβει μόνος του τα οφέλη, χωρίς να τον πιέζεις, τότε και τον αλλάζεις, και τον κερδίζεις και τον σώζεις.
Τότε τα νιάτα δεν θα κοιτάνε και δεν θα μιμούνται τα σαλιγκάρια, που σέρνονται στη γη, αλλά τους αετούς, που πετάνε ψηλά.
ΠΗΓΗ: www.ekklisiaonline.gr